헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συναγωνίζομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συναγωνίζομαι συναγωνιοῦμαι

형태분석: συν (접두사) + ἀγωνίζ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. ~와 비교하다, 관계되어 있다, ~에 속하다, 눕다, 편안해지다
  2. 돕다, 도와주다, 위하다
  1. to contend along with, to share in a contest, with, to share in the fortunes of
  2. to help, succour
  3. to fight on the same side

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναγωνίζομαι

(나는) ~와 비교한다

συναγωνίζει, συναγωνίζῃ

(너는) ~와 비교한다

συναγωνίζεται

(그는) ~와 비교한다

쌍수 συναγωνίζεσθον

(너희 둘은) ~와 비교한다

συναγωνίζεσθον

(그 둘은) ~와 비교한다

복수 συναγωνιζόμεθα

(우리는) ~와 비교한다

συναγωνίζεσθε

(너희는) ~와 비교한다

συναγωνίζονται

(그들은) ~와 비교한다

접속법단수 συναγωνίζωμαι

(나는) ~와 비교하자

συναγωνίζῃ

(너는) ~와 비교하자

συναγωνίζηται

(그는) ~와 비교하자

쌍수 συναγωνίζησθον

(너희 둘은) ~와 비교하자

συναγωνίζησθον

(그 둘은) ~와 비교하자

복수 συναγωνιζώμεθα

(우리는) ~와 비교하자

συναγωνίζησθε

(너희는) ~와 비교하자

συναγωνίζωνται

(그들은) ~와 비교하자

기원법단수 συναγωνιζοίμην

(나는) ~와 비교하기를 (바라다)

συναγωνίζοιο

(너는) ~와 비교하기를 (바라다)

συναγωνίζοιτο

(그는) ~와 비교하기를 (바라다)

쌍수 συναγωνίζοισθον

(너희 둘은) ~와 비교하기를 (바라다)

συναγωνιζοίσθην

(그 둘은) ~와 비교하기를 (바라다)

복수 συναγωνιζοίμεθα

(우리는) ~와 비교하기를 (바라다)

συναγωνίζοισθε

(너희는) ~와 비교하기를 (바라다)

συναγωνίζοιντο

(그들은) ~와 비교하기를 (바라다)

명령법단수 συναγωνίζου

(너는) ~와 비교해라

συναγωνιζέσθω

(그는) ~와 비교해라

쌍수 συναγωνίζεσθον

(너희 둘은) ~와 비교해라

συναγωνιζέσθων

(그 둘은) ~와 비교해라

복수 συναγωνίζεσθε

(너희는) ~와 비교해라

συναγωνιζέσθων, συναγωνιζέσθωσαν

(그들은) ~와 비교해라

부정사 συναγωνίζεσθαι

~와 비교하는 것

분사 남성여성중성
συναγωνιζομενος

συναγωνιζομενου

συναγωνιζομενη

συναγωνιζομενης

συναγωνιζομενον

συναγωνιζομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναγωνίουμαι

(나는) ~와 비교하겠다

συναγωνίει, συναγωνίῃ

(너는) ~와 비교하겠다

συναγωνίειται

(그는) ~와 비교하겠다

쌍수 συναγωνίεισθον

(너희 둘은) ~와 비교하겠다

συναγωνίεισθον

(그 둘은) ~와 비교하겠다

복수 συναγωνιοῦμεθα

(우리는) ~와 비교하겠다

συναγωνίεισθε

(너희는) ~와 비교하겠다

συναγωνίουνται

(그들은) ~와 비교하겠다

기원법단수 συναγωνιοίμην

(나는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συναγωνίοιο

(너는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συναγωνίοιτο

(그는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

쌍수 συναγωνίοισθον

(너희 둘은) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συναγωνιοίσθην

(그 둘은) ~와 비교하겠기를 (바라다)

복수 συναγωνιοίμεθα

(우리는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συναγωνίοισθε

(너희는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συναγωνίοιντο

(그들은) ~와 비교하겠기를 (바라다)

부정사 συναγωνίεισθαι

~와 비교할 것

분사 남성여성중성
συναγωνιουμενος

συναγωνιουμενου

συναγωνιουμενη

συναγωνιουμενης

συναγωνιουμενον

συναγωνιουμενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνηγωνιζόμην

(나는) ~와 비교하고 있었다

συνηγωνίζου

(너는) ~와 비교하고 있었다

συνηγωνίζετο

(그는) ~와 비교하고 있었다

쌍수 συνηγωνίζεσθον

(너희 둘은) ~와 비교하고 있었다

συνηγωνιζέσθην

(그 둘은) ~와 비교하고 있었다

복수 συνηγωνιζόμεθα

(우리는) ~와 비교하고 있었다

συνηγωνίζεσθε

(너희는) ~와 비교하고 있었다

συνηγωνίζοντο

(그들은) ~와 비교하고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αὐτὴ γάρ μοι [πά]ντα συναγωνιεῖσθαι. (Hyperides, Speeches, 1:3)

    (히페레이데스, Speeches, 1:3)

  • "οὐδὲ γὰρ ἰατρόν, ἄνευ σιδήρου καὶ πυρὸσ ὑπισχνούμενον τὸ νόσημα παύσειν, εὐγνωμονοίησ ἄν, οἶμαι, τέμνειν ἢ ἀποκάειν βιαζόμενοσ οῦκ οὖν καὶ οὗτοσ δήπου μηδένα τῶν πολιτῶν ἄκριτον, ἀλλὰ καὶ αἳματοσ ἐμφυλίου καὶ σφαγῆσ τὴν πόλιν ἐλευθεροῦσι συναγωνιεῖσθαι προθύμωσ. (Plutarch, De genio Socratis, section 3 2:2)

    (플루타르코스, De genio Socratis, section 3 2:2)

  • πρὸσ δὲ τούτοισ, ὅτι, ὦ ἄνδρεσ δικασταί, προδέδομαι τὰ γὰρ ἀληθῆ πρὸσ ὑμᾶσ εἰρήσεται ὑπ’ ἀνθρώπων, οἳ πιστευθέντεσ ὑφ’ ἡμῶν διὰ τὴν πρὸσ τοῦτον ἔχθραν, καὶ πυθόμενοι τὰ πράγματα καὶ φήσαντεσ ἐμοὶ συναγωνιεῖσθαι, ἐγκαταλελοίπασι νυνί με καὶ διαλέλυνται πρὸσ τοῦτον ἐν τοῖσ ἐμοῖσ πράγμασιν, ὥστε μοι μηδὲ τὸν συνεροῦντ’ εἶναι, ἐὰν μή τισ ἄρα τῶν οἰκείων βοηθήσῃ. (Demosthenes, Speeches 51-61, 5:1)

    (데모스테네스, Speeches 51-61, 5:1)

  • ἐπεὶ διότι τοὐναντίον ἐστίν, καὶ οὐχ οὗτοσ, ἀλλ’ ἐγὼ κατεστασίασμαι, καὶ φησάντων τινῶν μοι συναγωνιεῖσθαι προδέδομαι διὰ τὰσ τούτων ἑταιρείασ, ἐκείνωσ δῆλον ὑμῖν ἔσται. (Demosthenes, Speeches 51-61, 64:1)

    (데모스테네스, Speeches 51-61, 64:1)

  • πρὶν δὲ τῆσ κοινῆσ ἅψασθαι τροφῆσ ὁρ́κουσ αὐτοῖσ ὄμνυσι φρικώδεισ, πρῶτον μὲν εὐσεβήσειν τὸ θεῖον, ἔπειτα τὰ πρὸσ ἀνθρώπουσ δίκαια φυλάξειν καὶ μήτε κατὰ γνώμην βλάψειν τινὰ μήτε ἐξ ἐπιτάγματοσ, μισήσειν δ’ ἀεὶ τοὺσ ἀδίκουσ καὶ συναγωνιεῖσθαι τοῖσ δικαίοισ· (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 181:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 181:1)

유의어

  1. 돕다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION