헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συμπληρόω

ο 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συμπληρόω συμπληρώσω

형태분석: συμ (접두사) + πληρό (어간) + ω (인칭어미)

  1. 돕다, 도와주다, 위하다, 붙잡다
  2. 채우다, 가득 채우다, 가득 넣다, 덮다
  1. to help to fill, to help, in manning
  2. to fill up, to man, fully

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συμπλήρω

(나는) 돕는다

συμπλήροις

(너는) 돕는다

συμπλήροι

(그는) 돕는다

쌍수 συμπλήρουτον

(너희 둘은) 돕는다

συμπλήρουτον

(그 둘은) 돕는다

복수 συμπλήρουμεν

(우리는) 돕는다

συμπλήρουτε

(너희는) 돕는다

συμπλήρουσιν*

(그들은) 돕는다

접속법단수 συμπλήρω

(나는) 돕자

συμπλήροις

(너는) 돕자

συμπλήροι

(그는) 돕자

쌍수 συμπλήρωτον

(너희 둘은) 돕자

συμπλήρωτον

(그 둘은) 돕자

복수 συμπλήρωμεν

(우리는) 돕자

συμπλήρωτε

(너희는) 돕자

συμπλήρωσιν*

(그들은) 돕자

기원법단수 συμπλήροιμι

(나는) 돕기를 (바라다)

συμπλήροις

(너는) 돕기를 (바라다)

συμπλήροι

(그는) 돕기를 (바라다)

쌍수 συμπλήροιτον

(너희 둘은) 돕기를 (바라다)

συμπληροίτην

(그 둘은) 돕기를 (바라다)

복수 συμπλήροιμεν

(우리는) 돕기를 (바라다)

συμπλήροιτε

(너희는) 돕기를 (바라다)

συμπλήροιεν

(그들은) 돕기를 (바라다)

명령법단수 συμπλῆρου

(너는) 도워라

συμπληροῦτω

(그는) 도워라

쌍수 συμπλήρουτον

(너희 둘은) 도워라

συμπληροῦτων

(그 둘은) 도워라

복수 συμπλήρουτε

(너희는) 도워라

συμπληροῦντων, συμπληροῦτωσαν

(그들은) 도워라

부정사 συμπλήρουν

돕는 것

분사 남성여성중성
συμπληρων

συμπληρουντος

συμπληρουσα

συμπληρουσης

συμπληρουν

συμπληρουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συμπλήρουμαι

(나는) 도워진다

συμπλήροι

(너는) 도워진다

συμπλήρουται

(그는) 도워진다

쌍수 συμπλήρουσθον

(너희 둘은) 도워진다

συμπλήρουσθον

(그 둘은) 도워진다

복수 συμπληροῦμεθα

(우리는) 도워진다

συμπλήρουσθε

(너희는) 도워진다

συμπλήρουνται

(그들은) 도워진다

접속법단수 συμπλήρωμαι

(나는) 도워지자

συμπλήροι

(너는) 도워지자

συμπλήρωται

(그는) 도워지자

쌍수 συμπλήρωσθον

(너희 둘은) 도워지자

συμπλήρωσθον

(그 둘은) 도워지자

복수 συμπληρώμεθα

(우리는) 도워지자

συμπλήρωσθε

(너희는) 도워지자

συμπλήρωνται

(그들은) 도워지자

기원법단수 συμπληροίμην

(나는) 도워지기를 (바라다)

συμπλήροιο

(너는) 도워지기를 (바라다)

συμπλήροιτο

(그는) 도워지기를 (바라다)

쌍수 συμπλήροισθον

(너희 둘은) 도워지기를 (바라다)

συμπληροίσθην

(그 둘은) 도워지기를 (바라다)

복수 συμπληροίμεθα

(우리는) 도워지기를 (바라다)

συμπλήροισθε

(너희는) 도워지기를 (바라다)

συμπλήροιντο

(그들은) 도워지기를 (바라다)

명령법단수 συμπλήρου

(너는) 도워져라

συμπληροῦσθω

(그는) 도워져라

쌍수 συμπλήρουσθον

(너희 둘은) 도워져라

συμπληροῦσθων

(그 둘은) 도워져라

복수 συμπλήρουσθε

(너희는) 도워져라

συμπληροῦσθων, συμπληροῦσθωσαν

(그들은) 도워져라

부정사 συμπλήρουσθαι

도워지는 것

분사 남성여성중성
συμπληρουμενος

συμπληρουμενου

συμπληρουμενη

συμπληρουμενης

συμπληρουμενον

συμπληρουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεπλῆρουν

(나는) 돕고 있었다

συνεπλῆρους

(너는) 돕고 있었다

συνεπλῆρουν*

(그는) 돕고 있었다

쌍수 συνεπλήρουτον

(너희 둘은) 돕고 있었다

συνεπληροῦτην

(그 둘은) 돕고 있었다

복수 συνεπλήρουμεν

(우리는) 돕고 있었다

συνεπλήρουτε

(너희는) 돕고 있었다

συνεπλῆρουν

(그들은) 돕고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεπληροῦμην

(나는) 도워지고 있었다

συνεπλήρου

(너는) 도워지고 있었다

συνεπλήρουτο

(그는) 도워지고 있었다

쌍수 συνεπλήρουσθον

(너희 둘은) 도워지고 있었다

συνεπληροῦσθην

(그 둘은) 도워지고 있었다

복수 συνεπληροῦμεθα

(우리는) 도워지고 있었다

συνεπλήρουσθε

(너희는) 도워지고 있었다

συνεπλήρουντο

(그들은) 도워지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ τῶν νεῶν ὅσαι ἐπεπονήκεσαν κατὰ τὸν πλόον μέχρι τοῦδε ἐπεσκεύασαν, καὶ τῶν ναυτέων ὅσοι ἐν τῷ ἔργῳ βλακεῦσαι ἐφαίνοντο Νεάρχῳ, τούτουσ μὲν πεζῇ ἄγειν Λεοννάτῳ ἔδωκεν, αὐτὸσ δὲ ἀπὸ τῶν σὺν Λεοννάτῳ στρατιωτέων συμπληροῖ τὸ ναυτικόν. (Arrian, Indica, chapter 23 8:1)

    (아리아노스, Indica, chapter 23 8:1)

  • πλὴν ἥ γε τῶν πρώτων εἴτε τριῶν ἢ τεττάρων εἴθ’ ὅσων δή ποτε ὄντων μερῶν πλοκὴ καὶ παράθεσισ τὰ λεγόμενα ποιεῖ κῶλα, ἔπειθ’ ἡ τούτων ἁρμονία τὰσ καλουμένασ συμπληροῖ περιόδουσ, αὗται δὲ τὸν σύμπαντα τελειοῦσι λόγον. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 28)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 28)

  • ἤδη δ’ ἔγωγε καὶ ἐν τοῖσ πολυανθρωποτάτοισ θεάτροισ, ἃ συμπληροῖ παντοδαπὸσ καὶ ἄμουσοσ ὄχλοσ, ἔδοξα καταμαθεῖν, ὡσ φυσική τισ ἁπάντων ἐστὶν ἡμῶν οἰκειότησ πρὸσ ἐμμέλειάν τε καὶ εὐρυθμίαν, κιθαριστήν τε ἀγαθὸν σφόδρα εὐδοκιμοῦντα ἰδὼν θορυβηθέντα ὑπὸ τοῦ πλήθουσ, ὅτι μίαν χορδὴν ἀσύμφωνον ἔκρουσε καὶ διέφθειρεν τὸ μέλοσ, καὶ αὐλητὴν ἀπὸ τῆσ ἄκρασ ἕξεωσ χρώμενον τοῖσ ὀργάνοισ τὸ αὐτὸ τοῦτο παθόντα, ὅτι σομφὸν ἐμπνεύσασ ἢ μὴ πιέσασ τὸ στόμα θρυλιγμὸν ἢ τὴν καλουμένην ἐκμέλειαν ηὔλησε. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1113)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1113)

  • ἐν τούτοισ δύο μέν ἐστιν ἃ συμπληροῖ τὴν περίοδον κῶλα, ῥυθμοὶ δὲ οἱ ταῦτα διαλαμβάνοντεσ οἵδε· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1822)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1822)

  • ἐν δὴ τῷ περὶ τοῦ στεφάνου λόγῳ τρία μέν ἐστιν ἃ τὴν πρώτην περίοδον συμπληροῖ κῶλα, οἱ δὲ ταῦτα καταμετροῦντεσ οἵδέ εἰσιν ῥυθμοί· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1842)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1842)

유의어

  1. 돕다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION