헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σάνδαλον

2군 변화 명사; 중성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σάνδαλον σάνδαλου

형태분석: σανδαλ (어간) + ον (어미)

어원: Prob. a Persian word.

  1. a wooden sole, sandals

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐλλόβια ταυτὶ καὶ δάπιδα, καὶ πρῴην δύο μνᾶσ, καὶ τὸ ἐνοίκιον κατέβαλεν ὑπὲρ ἡμῶν, οὐ σάνδαλα Παταρικὰ καὶ τυρὸν Γυθιακὸν καὶ φληνάφουσ. (Lucian, Dialogi meretricii, 3:14)

    (루키아노스, Dialogi meretricii, 3:14)

  • μύραιναν δ’ ἐπέθηκε φέρων, προκάλυμμα τραπέζησ, ζώνην θ’, ἣν φορέεσκεν ἀγαλλομένη περὶ δειρήν, εἰσ λέχοσ ἡνίκ’ ἔβαινε Δρακοντιάδῃ μεγαθύμῳ σάνδαλα δ’ αὖ παρέθηκεν ἀειγενῆ ἀθανατάων, βούγλωσσὸν θ’,6 ὃσ ἔναιεν ἐν ἅλμῃ μορμυρούσῃ, κίχλασ δ’ ἑξείησ ἡβήτορασ ὑψιπετήεισ καὶ πέτρασ κάτα βοσκομένασ, ὑάδασ θ’ ὑδατινούσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 12 13:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 12 13:1)

  • "εἶτ’ ἁλάβαστοσ εὐθέωσ ἥξει μύρου αὐτόματοσ, ὁ σπόγγοσ τε καὶ τὰ σάνδαλα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 81 1:128)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 81 1:128)

  • σάνδαλα δ’ αὐτίκα ῥιψὶν ἐπὶ ψαμάθοισ ἁλίῃσιν, ἄφραστ’ ἠδ’ ἀνόητα διέπλεκε, θαυματὰ ἔργα, συμμίσγων μυρίκασ καὶ μυρσινοειδέασ ὄζουσ. (Anonymous, Homeric Hymns, 8:7)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 8:7)

  • τῶν τότε συνδήσασ νεοθηλέοσ ἄγκαλον ὕλησ ἀβλαβέωσ ὑπὸ ποσσὶν ἐδήσατο σάνδαλα κοῦφα αὐτοῖσιν πετάλοισι τὰ κύδιμοσ Ἀργειφόντησ ἔσπασε Πιερίηθεν ὁδοιπορίην ἀλεγύνων, οἱᾶ́ τ’ ἐπειγόμενοσ δολιχὴν ὁδόν, αὐτοτροπήσασ. (Anonymous, Homeric Hymns, 8:8)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 8:8)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION