헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προστατεύω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προστατεύω

형태분석: προστατεύ (어간) + ω (인칭어미)

어원: = prostate/w

  1. to be leader or ruler of, to exercise authority
  2. to provide or take care that . .

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προστατεύω

προστατεύεις

προστατεύει

쌍수 προστατεύετον

προστατεύετον

복수 προστατεύομεν

προστατεύετε

προστατεύουσιν*

접속법단수 προστατεύω

προστατεύῃς

προστατεύῃ

쌍수 προστατεύητον

προστατεύητον

복수 προστατεύωμεν

προστατεύητε

προστατεύωσιν*

기원법단수 προστατεύοιμι

προστατεύοις

προστατεύοι

쌍수 προστατεύοιτον

προστατευοίτην

복수 προστατεύοιμεν

προστατεύοιτε

προστατεύοιεν

명령법단수 προστάτευε

προστατευέτω

쌍수 προστατεύετον

προστατευέτων

복수 προστατεύετε

προστατευόντων, προστατευέτωσαν

부정사 προστατεύειν

분사 남성여성중성
προστατευων

προστατευοντος

προστατευουσα

προστατευουσης

προστατευον

προστατευοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προστατεύομαι

προστατεύει, προστατεύῃ

προστατεύεται

쌍수 προστατεύεσθον

προστατεύεσθον

복수 προστατευόμεθα

προστατεύεσθε

προστατεύονται

접속법단수 προστατεύωμαι

προστατεύῃ

προστατεύηται

쌍수 προστατεύησθον

προστατεύησθον

복수 προστατευώμεθα

προστατεύησθε

προστατεύωνται

기원법단수 προστατευοίμην

προστατεύοιο

προστατεύοιτο

쌍수 προστατεύοισθον

προστατευοίσθην

복수 προστατευοίμεθα

προστατεύοισθε

προστατεύοιντο

명령법단수 προστατεύου

προστατευέσθω

쌍수 προστατεύεσθον

προστατευέσθων

복수 προστατεύεσθε

προστατευέσθων, προστατευέσθωσαν

부정사 προστατεύεσθαι

분사 남성여성중성
προστατευομενος

προστατευομενου

προστατευομενη

προστατευομενης

προστατευομενον

προστατευομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to provide or take care that

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION