- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μνηστεία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: mnēsteia 고전 발음: [네:] 신약 발음: [띠아]

기본형: μνηστεία

형태분석: μνηστει (어간) + α (어미)

  1. 구혼
  1. a wooing, courting

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 μνηστεία

구혼이

μνηστεία

구혼들이

μνηστεῖαι

구혼들이

속격 μνηστείας

구혼의

μνηστείαιν

구혼들의

μνηστειῶν

구혼들의

여격 μνηστείᾳ

구혼에게

μνηστείαιν

구혼들에게

μνηστείαις

구혼들에게

대격 μνηστείαν

구혼을

μνηστεία

구혼들을

μνηστείας

구혼들을

호격 μνηστεία

구혼아

μνηστεία

구혼들아

μνηστεῖαι

구혼들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἅμα τῷ τὴν ψυχὴν ἐν μνηστείᾳ βαλέσθαι τι καὶ πρὸς αὐτὸ κινῆσαι τὴν ὁρμήν, ὅλος ἀναστὰς καὶ συνταθείς, πᾶσι τοῖς μέρεσιν οἱο῀ν ἐπτερωμένος φέρεται πρὸς τὴν πρᾶξιν. (Plutarch, De genio Socratis, section 20 15:4)

    (플루타르코스, De genio Socratis, section 20 15:4)

  • ἐλυπεῖτο οὖν καὶ βαρέως ἔφερεν τῇ ἐπὶ τοσοῦτον αὐτοῦ μεταβολῇ, καὶ μάλιστα ὁπότε θεάσαιτο μετὰ τῶν εἰωθότων παρασήμων τῆς βασιλείας ἐπιφοιτῶντά τε τοῖς πλήθεσιν, ἐπικρύπτεσθαι οὐκ ἠνείχετο τὴν δυστυχίαν τοῦ φθόνου, ἀλλὰ τὸν ἄνδρα ἐξῆρεν κελεύουσα ἐπὶ τῆς Ῥώμης πλεῖν ἐπὶ μνηστείᾳ τῶν ἴσων: (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 18 286:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 18 286:1)

유의어

  1. 구혼

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION