- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μηχανή?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: mēchanē 고전 발음: [메:카네:] 신약 발음: [메카네]

기본형: μηχανή μηχανῆς

형태분석: μηχαν (어간) + η (어미)

어원: μῆχος

  1. 기기, 틀, 기관, 기계, 기구
  2. 길, 방법, 수법
  1. contrivance, machine, device, gear
  2. way, means

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 μηχανή

기기가

μηχανά

기기들이

μηχαναί

기기들이

속격 μηχανῆς

기기의

μηχαναῖν

기기들의

μηχανῶν

기기들의

여격 μηχανῇ

기기에게

μηχαναῖν

기기들에게

μηχαναῖς

기기들에게

대격 μηχανήν

기기를

μηχανά

기기들을

μηχανάς

기기들을

호격 μηχανή

기기야

μηχανά

기기들아

μηχαναί

기기들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ δὲ περὶ τὸν Ἰούδαν ἐπικαλεσάμενοι τὸν μέγαν τοῦ κόσμου δυνάστην, τὸν ἄτερ κριῶν καὶ μηχανῶν ὀργανικῶν κατακρημνίσαντα τὴν Ἱεριχὼ κατὰ τοὺς Ἰησοῦ χρόνους, ἐνέσεισαν θηριωδῶς τῷ τείχει. (Septuagint, Liber Maccabees II 12:15)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 12:15)

  • πελαζόντων δὲ ἤδη ὡς μέγιστον καὶ φοβερώτατον ἀλαλάζειν σύμπαντας τῷ Ἐνυαλίῳ, καὶ βέλη τε ἀπὸ μηχανῶν καὶ λίθους ἀφίεσθαι καὶ βέλη ἀπὸ τόξων, καὶ τὰς λόγχας οἱ λογχοφόροι ἀκοντιζόντων, οἵ τε ψιλοὶ καὶ οἱ θειασταί. (Arrian, Acies Contra Alanos 34:2)

    (아리아노스, Acies Contra Alanos 34:2)

  • σκευῶν δὲ καὶ προσώπων καὶ ξυστίδων ἁλουργῶν καὶ μηχανῶν ἀπὸ σκηνῆς καὶ χοροποιῶν καὶ δορυφόρων δυσπραγμάτευτος λαὸς καὶ χορηγία πολυτελὴς παρασκευαζέσθω. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 6 1:1)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 6 1:1)

  • σκευῶν δὲ καὶ προσώπων καὶ ξυστίδων ἁλουργῶν καὶ μηχανῶν ἀπὸ σκηνῆς καὶ χοροποιῶν καὶ δορυφόρων δυσπραγμάτευτος λαὸς καὶ χορηγία πολυτελὴς παρασκευαζέσθω. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 6 5:1)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 6 5:1)

  • Ῥόδιοι δὲ πολὺν χρόνον ὑπ αὐτοῦ πολιορκηθέντες, ἐπεὶ κατελύσαντο τὸν πόλεμον, ᾐτήσαντο τῶν μηχανῶν ἐνίας, ὅπως ὑπόμνημα τῆς ἐκείνου δυνάμεως ἅμα καὶ τῆς αὑτῶν ἀνδραγαθίας ἔχωσιν. (Plutarch, Demetrius, chapter 20 5:1)

    (플루타르코스, Demetrius, chapter 20 5:1)

유의어

  1. 기기

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION