Ancient Greek-English Dictionary Language

μεταφωνέω

ε-contract Verb; Transliteration:

Principal Part: μεταφωνέω

Structure: μετα (Prefix) + φωνέ (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to speak among

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular μεταφωνῶ μεταφωνεῖς μεταφωνεῖ
Dual μεταφωνεῖτον μεταφωνεῖτον
Plural μεταφωνοῦμεν μεταφωνεῖτε μεταφωνοῦσιν*
SubjunctiveSingular μεταφωνῶ μεταφωνῇς μεταφωνῇ
Dual μεταφωνῆτον μεταφωνῆτον
Plural μεταφωνῶμεν μεταφωνῆτε μεταφωνῶσιν*
OptativeSingular μεταφωνοῖμι μεταφωνοῖς μεταφωνοῖ
Dual μεταφωνοῖτον μεταφωνοίτην
Plural μεταφωνοῖμεν μεταφωνοῖτε μεταφωνοῖεν
ImperativeSingular μεταφώνει μεταφωνείτω
Dual μεταφωνεῖτον μεταφωνείτων
Plural μεταφωνεῖτε μεταφωνούντων, μεταφωνείτωσαν
Infinitive μεταφωνεῖν
Participle MasculineFeminineNeuter
μεταφωνων μεταφωνουντος μεταφωνουσα μεταφωνουσης μεταφωνουν μεταφωνουντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular μεταφωνοῦμαι μεταφωνεῖ, μεταφωνῇ μεταφωνεῖται
Dual μεταφωνεῖσθον μεταφωνεῖσθον
Plural μεταφωνούμεθα μεταφωνεῖσθε μεταφωνοῦνται
SubjunctiveSingular μεταφωνῶμαι μεταφωνῇ μεταφωνῆται
Dual μεταφωνῆσθον μεταφωνῆσθον
Plural μεταφωνώμεθα μεταφωνῆσθε μεταφωνῶνται
OptativeSingular μεταφωνοίμην μεταφωνοῖο μεταφωνοῖτο
Dual μεταφωνοῖσθον μεταφωνοίσθην
Plural μεταφωνοίμεθα μεταφωνοῖσθε μεταφωνοῖντο
ImperativeSingular μεταφωνοῦ μεταφωνείσθω
Dual μεταφωνεῖσθον μεταφωνείσθων
Plural μεταφωνεῖσθε μεταφωνείσθων, μεταφωνείσθωσαν
Infinitive μεταφωνεῖσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
μεταφωνουμενος μεταφωνουμενου μεταφωνουμενη μεταφωνουμενης μεταφωνουμενον μεταφωνουμενου

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Synonyms

  1. to speak among

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION