Ancient Greek-English Dictionary Language

κόψιχος

Second declension Noun; Masculine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: κόψιχος

Sense

  1. a blackbird

Examples

  • μέλι, πέρδικεσ, φάτται, νῆτται, χῆνεσ, ψᾶρεσ, κίττα, κολοιόσ, κόψιχοσ, ὄρτυξ, ὄρνισ θήλεια. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 71 1:2)
  • ὕδωρ δὲ πίνειν βάτραχοσ, ἀπολαῦσαι θύμων λαχάνων τε κάμπη, πρὸσ τὸ μὴ λοῦσθαι ῥύποσ, ὑπαίθριοσ χειμῶνα διάγειν κόψιχοσ, πνῖγοσ ὑπομεῖναι καὶ μεσημβρίασ λαλεῖν τέττιξ, ἐλαίῳ μηδὲ χρίεσθαι τὸ πᾶν κονιορτόσ, ἀνυπόδητοσ ὄρθρου περιπατεῖν γέρανοσ, καθεύδειν μηδὲ μικρὸν νυκτερίσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 34 2:1)

Synonyms

  1. a blackbird

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION