헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κομπέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κομπέω

형태분석: κομπέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: ko/mpos

  1. 울리다, 소리내다, 딸랑딸랑 소리를 내다
  2. 자랑하다, 과장하여 자랑스럽게 말하다, 허풍떨다, 자랑으로 여기다, 뽐내다
  3. 자랑하다, 과장하여 자랑스럽게 말하다, 허풍떨다
  1. to ring, clash
  2. to speak big, boast, brag, vaunt, to speak a boastful
  3. to boast of, to be boasted of

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κομπῶ

(나는) 울린다

κομπεῖς

(너는) 울린다

κομπεῖ

(그는) 울린다

쌍수 κομπεῖτον

(너희 둘은) 울린다

κομπεῖτον

(그 둘은) 울린다

복수 κομποῦμεν

(우리는) 울린다

κομπεῖτε

(너희는) 울린다

κομποῦσιν*

(그들은) 울린다

접속법단수 κομπῶ

(나는) 울리자

κομπῇς

(너는) 울리자

κομπῇ

(그는) 울리자

쌍수 κομπῆτον

(너희 둘은) 울리자

κομπῆτον

(그 둘은) 울리자

복수 κομπῶμεν

(우리는) 울리자

κομπῆτε

(너희는) 울리자

κομπῶσιν*

(그들은) 울리자

기원법단수 κομποῖμι

(나는) 울리기를 (바라다)

κομποῖς

(너는) 울리기를 (바라다)

κομποῖ

(그는) 울리기를 (바라다)

쌍수 κομποῖτον

(너희 둘은) 울리기를 (바라다)

κομποίτην

(그 둘은) 울리기를 (바라다)

복수 κομποῖμεν

(우리는) 울리기를 (바라다)

κομποῖτε

(너희는) 울리기를 (바라다)

κομποῖεν

(그들은) 울리기를 (바라다)

명령법단수 κόμπει

(너는) 울려라

κομπείτω

(그는) 울려라

쌍수 κομπεῖτον

(너희 둘은) 울려라

κομπείτων

(그 둘은) 울려라

복수 κομπεῖτε

(너희는) 울려라

κομπούντων, κομπείτωσαν

(그들은) 울려라

부정사 κομπεῖν

울리는 것

분사 남성여성중성
κομπων

κομπουντος

κομπουσα

κομπουσης

κομπουν

κομπουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κομποῦμαι

(나는) 운다

κομπεῖ, κομπῇ

(너는) 운다

κομπεῖται

(그는) 운다

쌍수 κομπεῖσθον

(너희 둘은) 운다

κομπεῖσθον

(그 둘은) 운다

복수 κομπούμεθα

(우리는) 운다

κομπεῖσθε

(너희는) 운다

κομποῦνται

(그들은) 운다

접속법단수 κομπῶμαι

(나는) 울자

κομπῇ

(너는) 울자

κομπῆται

(그는) 울자

쌍수 κομπῆσθον

(너희 둘은) 울자

κομπῆσθον

(그 둘은) 울자

복수 κομπώμεθα

(우리는) 울자

κομπῆσθε

(너희는) 울자

κομπῶνται

(그들은) 울자

기원법단수 κομποίμην

(나는) 울기를 (바라다)

κομποῖο

(너는) 울기를 (바라다)

κομποῖτο

(그는) 울기를 (바라다)

쌍수 κομποῖσθον

(너희 둘은) 울기를 (바라다)

κομποίσθην

(그 둘은) 울기를 (바라다)

복수 κομποίμεθα

(우리는) 울기를 (바라다)

κομποῖσθε

(너희는) 울기를 (바라다)

κομποῖντο

(그들은) 울기를 (바라다)

명령법단수 κομποῦ

(너는) 울어라

κομπείσθω

(그는) 울어라

쌍수 κομπεῖσθον

(너희 둘은) 울어라

κομπείσθων

(그 둘은) 울어라

복수 κομπεῖσθε

(너희는) 울어라

κομπείσθων, κομπείσθωσαν

(그들은) 울어라

부정사 κομπεῖσθαι

우는 것

분사 남성여성중성
κομπουμενος

κομπουμενου

κομπουμενη

κομπουμενης

κομπουμενον

κομπουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκόμπουν

(나는) 울리고 있었다

ἐκόμπεις

(너는) 울리고 있었다

ἐκόμπειν*

(그는) 울리고 있었다

쌍수 ἐκομπεῖτον

(너희 둘은) 울리고 있었다

ἐκομπείτην

(그 둘은) 울리고 있었다

복수 ἐκομποῦμεν

(우리는) 울리고 있었다

ἐκομπεῖτε

(너희는) 울리고 있었다

ἐκόμπουν

(그들은) 울리고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκομπούμην

(나는) 울고 있었다

ἐκομποῦ

(너는) 울고 있었다

ἐκομπεῖτο

(그는) 울고 있었다

쌍수 ἐκομπεῖσθον

(너희 둘은) 울고 있었다

ἐκομπείσθην

(그 둘은) 울고 있었다

복수 ἐκομπούμεθα

(우리는) 울고 있었다

ἐκομπεῖσθε

(너희는) 울고 있었다

ἐκομποῦντο

(그들은) 울고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • σὺ τὸν ἀναριθμήτοισ δυνάμεσι γαυρωθέντα Σενναχηρείμ, βαρὺν Ἀσσυρίων βασιλέα, δόρατι τὴν πᾶσαν ὑποχείριον ἤδη λαβόντα γῆν καὶ μετεωρισθέντα ἐπὶ τὴν ἁγίαν σου πόλιν, βαρέα λαλοῦντα κόμπῳ καὶ θράσει σύ, Δέσποτα, ἔθραυσασ, ἔκδηλον δεικνὺσ ἔθνεσι πολλοῖσ τὸ σὸν κράτοσ. (Septuagint, Liber Maccabees III 6:5)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 6:5)

  • πλεῖστον γὰρ οἶμαι ‐ καὶ τόδ’ οὐ κόμπῳ λέγω ‐ στράτευμα κώπῃ διορίσαι Τροίαν ἔπι, τύραννοσ οὐδὲν πρὸσ βίαν στρατηλατῶν, ἑκοῦσι δ’ ἄρξασ Ἑλλάδοσ νεανίαισ. (Euripides, Helen, episode, dialogue2)

    (에우리피데스, Helen, episode, dialogue2)

  • οὐ μὴν ἀλλ’ ἐκείνοισ ἐμπειρία γε παρῆν τοῦ μάχεσθαι καὶ τὸ κάμνειν ἐθάδεσ ὄντεσ οὐκ ἔφευγον, οὗτοι δὲ μαλακοὶ μὲν ἦσαν ὑπὸ σχολῆσ καὶ διαίτησ ἀπολέμου, πλεῖστον χρόνον ἐν θεάτροισ καὶ πανηγύρεσι καὶ παρὰ σκηνὴν βεβιωκότεσ, ὕβρει δὲ καὶ κόμπῳ ἐπαμπέχειν ἐβούλοντο, προσποιήσασθαι τὰσ λειτουργίασ ὡσ κρείττονεσ ἀπαξιοῦντεσ, οὐχ ὡσ ἀδύνατοι φέρειν. (Plutarch, Otho, chapter 5 4:3)

    (플루타르코스, Otho, chapter 5 4:3)

  • ταῦτα δὲ οὐ κενῶσ οὐδὲ ἀλαζονικῶσ ἔλεγεν οὐδὲ μάτην ἀπεχθάνεσθαι τοῖσ δυνατοῖσ βουλόμενοσ, ἀλλ’ ὁ δῆμοσ αὐτόν, ἡδόμενόσ τε τῇ βουλῇ προπηλακιζομένῃ καὶ λόγου κόμπῳ μετρῶν ἀεὶ φρονήματοσ μέγεθοσ, ἐξεκούφιζε, καὶ συνεξώρμα μὴ φείδεσθαι τῶν ἀξιολόγων, χαριζόμενον τοῖσ πολλοῖσ. (Plutarch, Caius Marius, chapter 9 4:1)

    (플루타르코스, Caius Marius, chapter 9 4:1)

  • αὖθισ δὲ περὶ Φιδήνην ἐμαχέσαντο, καὶ τὸ μὲν πλεῖστον ἔργον αὐτοῦ Ῥωμύλου γενέσθαι, τέχνην τε μετὰ τόλμησ πᾶσαν ἐπιδειξαμένου, ῥώμῃ τε καὶ ποδωκείᾳ πολὺ δόξαντοσ ἀνθρωπίνησ κρείττονι κεχρῆσθαι, πάντεσ ὁμολογοῦσι, τὸ δ’ ὑπ’ ἐνίων λεγόμενον κομιδῇ μυθῶδέσ ἐστι, μᾶλλον δ’ ὅλωσ ἄπιστον, ὅτι μυρίων καὶ τετρακισχιλίων πεσόντων ὑπερημίσεισ ἦσαν οὓσ αὐτὸσ ἰδίᾳ χειρὶ Ῥωμύλοσ ἔκτεινεν, ὅπου καὶ Μεσσήνιοι κόμπῳ χρήσασθαι δοκοῦσι περὶ Ἀριστομένουσ λέγοντεσ, ὡσ τρὶσ ἑκατομφόνια θύσειεν ἀπὸ Λακεδαιμονίων. (Plutarch, chapter 25 3:1)

    (플루타르코스, chapter 25 3:1)

유의어

  1. 울리다

  2. 자랑하다

  3. 자랑하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION