- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐννύχιος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: ennychios 고전 발음: [엔뉘키오] 신약 발음: [앤뉘키오]

기본형: ἐννύχιος ἐννύχια ἐννύχιον

형태분석: ἐννυχι (어간) + ος (어미)

어원: νύξ

  1. 죽은, 부패한, 썩은, 마비된
  1. in the night, by night, nightly, dwellers in the realms of Night, the dead

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἐννύχιος

죽은 (이)가

ἐννυχία

죽은 (이)가

ἐννύχιον

죽은 (것)가

속격 ἐννυχίου

죽은 (이)의

ἐννυχίας

죽은 (이)의

ἐννυχίου

죽은 (것)의

여격 ἐννυχίῳ

죽은 (이)에게

ἐννυχίᾳ

죽은 (이)에게

ἐννυχίῳ

죽은 (것)에게

대격 ἐννύχιον

죽은 (이)를

ἐννυχίαν

죽은 (이)를

ἐννύχιον

죽은 (것)를

호격 ἐννύχιε

죽은 (이)야

ἐννυχία

죽은 (이)야

ἐννύχιον

죽은 (것)야

쌍수주/대/호 ἐννυχίω

죽은 (이)들이

ἐννυχία

죽은 (이)들이

ἐννυχίω

죽은 (것)들이

속/여 ἐννυχίοιν

죽은 (이)들의

ἐννυχίαιν

죽은 (이)들의

ἐννυχίοιν

죽은 (것)들의

복수주격 ἐννύχιοι

죽은 (이)들이

ἐννύχιαι

죽은 (이)들이

ἐννύχια

죽은 (것)들이

속격 ἐννυχίων

죽은 (이)들의

ἐννυχιῶν

죽은 (이)들의

ἐννυχίων

죽은 (것)들의

여격 ἐννυχίοις

죽은 (이)들에게

ἐννυχίαις

죽은 (이)들에게

ἐννυχίοις

죽은 (것)들에게

대격 ἐννυχίους

죽은 (이)들을

ἐννυχίας

죽은 (이)들을

ἐννύχια

죽은 (것)들을

호격 ἐννύχιοι

죽은 (이)들아

ἐννύχιαι

죽은 (이)들아

ἐννύχια

죽은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὦρτο δ ἀπ Οὐλύμποιο δόλον φρεσὶ βυσσοδομεύων, ἱμείρων φιλότητος ἐυζώνοιο γυναικός, ἐννύχιος: (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 2:14)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 2:14)

  • πᾶς δ Ἀγαμεμνονίαν προσέβα στρατὸς ἐννύχιος θορύβῳ σκηνάν, νέαν τιν ἐφιέμενοι βάξιν. (Euripides, Rhesus, choral, antistrophe 12)

    (에우리피데스, Rhesus, choral, antistrophe 12)

  • Θυμβραῖε καὶ Δάλιε καὶ Λυκίας ναὸν ἐμβατεύων Ἄπολλον, ὦ δία κεφαλά, μόλε τοξή- ρης, ἱκοῦ ἐννύχιος καὶ γενοῦ σωτήριος ἀνέρι πομπᾶς ἁγεμὼν καὶ ξύλλαβε Δαρδανίδαις, ὦ παγκρατές, ὦ Τροΐας τείχη παλαιὰ δείμας. (Euripides, Rhesus, choral, strophe 11)

    (에우리피데스, Rhesus, choral, strophe 11)

  • ἔνθεν ἀπορνύμεναι, κεκαλυμμέναι ἠέρι πολλῇ, ἐννύχιαι στεῖχον περικαλλέα ὄσσαν ἱεῖσαι, ὑμνεῦσαι Δία τ αἰγίοχον καὶ πότνιαν Ἥρην Ἀργεΐην, χρυσέοισι πεδίλοις ἐμβεβαυῖαν, κούρην τ αἰγιόχοιο Διὸς γλαυκῶπιν Ἀθήνην Φοῖβόν τ Ἀπόλλωνα καὶ Ἄρτεμιν ἰοχέαιραν ἠδὲ Ποσειδάωνα γεήοχον, ἐννοσίγαιον, καὶ Θέμιν αἰδοίην ἑλικοβλέφαρόν τ Ἀφροδίτην Ἥβην τε χρυσοστέφανον καλήν τε Διώνην Λητώ τ Ιἀπετόν τε ἰδὲ Κρόνον ἀγκυλομήτην Ηὦ τ Ηἔλιόν τε μέγαν λαμπράν τε Σελήνην Γαῖάν τ Ὠκεανόν τε μέγαν καὶ Νύκτα μέλαιναν ἄλλων τ ἀθανάτων ἱερὸν γένος αἰὲν ἐόντων. (Hesiod, Theogony, Book Th. 2:4)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 2:4)

  • αἰσχύνομαι τὸν πολύυ- μνον θεόν, εἰ παρὰ καλλιχόροισι παγαῖς λαμπάδα θεωρὸν εἰκάδων ὄψεται ἐννύχιος ἀύπνος ὤν, ὅτε καὶ Διὸς ἀστερωπὸς ἀνεχόρευσεν αἰθήρ, χορεύει δὲ σελάνα καὶ πεντήκοντα κόραι Νηρέος, αἱ κατὰ πόντον ἀενάων τε ποταμῶν δίνας, χορευόμεναι τὰν χρυσοστέφανον κόραν καὶ ματέρα σεμνάν: (Euripides, Ion, choral, strophe 21)

    (에우리피데스, Ion, choral, strophe 21)

  • οἱο῀ς δ ἐννύχιος φαντάζετο πολλάκι φοιτῶν Παρρασίῳ δι ὕπνου, τοῖος ὅδ ἐστὶν ὁρᾶν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 62 4:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 62 4:1)

유의어

  1. 죽은

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION