헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δινήεις

1/3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δινήεις

형태분석: δινηεντ (어간) + ος (어미)

어원: from di/_nh

  1. 둥근, 세련된
  1. whirling, eddying
  2. rounded

곡용 정보

1/3군 변화
남성 여성 중성
단수주격 δινήεις

(이)가

δινήεσσα

(이)가

δίνηεν

(것)가

속격 δινήεντος

(이)의

δινηέσσης

(이)의

δινήεντος

(것)의

여격 δινήεντι

(이)에게

δινηέσσῃ

(이)에게

δινήεντι

(것)에게

대격 δινήεντα

(이)를

δινήεσσαν

(이)를

δίνηεν

(것)를

호격 δινῆεν

(이)야

δινήεσσα

(이)야

δίνηεν

(것)야

쌍수주/대/호 δινήεντε

(이)들이

δινηέσσᾱ

(이)들이

δινήεντε

(것)들이

속/여 δινηέντοιν

(이)들의

δινηέσσαιν

(이)들의

δινηέντοιν

(것)들의

복수주격 δινήεντες

(이)들이

δινηέσσαι

(이)들이

δινήεντα

(것)들이

속격 δινηέντων

(이)들의

δινηεσσῶν

(이)들의

δινηέντων

(것)들의

여격 δινήεσιν*

(이)들에게

δινηέσσαις

(이)들에게

δινήεσιν*

(것)들에게

대격 δινήεντας

(이)들을

δινηέσσᾱς

(이)들을

δινήεντα

(것)들을

호격 δινήεντες

(이)들아

δινηέσσαι

(이)들아

δινήεντα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • φοῖβε, σὲ μὲν καὶ κύκνοσ ὑπὸ πτερύγων λίγ’ ἀείδει, ὄχθῃ ἐπιθρώσκων ποταμὸν πάρα δινήεντα, Πηνειόν· (Anonymous, Homeric Hymns, 2:1)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 2:1)

  • καὶ τὰσ μὲν σεῦαν ποταμὸν πάρα δινήεντα τρώγειν ἄγρωστιν μελιηδέα· (Homer, Odyssey, Book 6 10:2)

    (호메로스, 오디세이아, Book 6 10:2)

  • αὐτὰρ ὃ βῆ ῥ’ ἰέναι μετὰ Παίονασ ἱπποκορυστάσ, οἵ ῥ’ ἔτι πὰρ ποταμὸν πεφοβήατο δινήεντα, ὡσ εἶδον τὸν ἄριστον ἐνὶ κρατερῇ ὑσμίνῃ χέρσ’ ὕπο Πηλεί̈δαο καὶ ἀόρι ἶφι δαμέντα. (Homer, Iliad, Book 21 16:3)

    (호메로스, 일리아스, Book 21 16:3)

  • ἄντα σέθεν γὰρ Ξάνθον δινήεντα μάχῃ ἠί̈σκομεν εἶναι· (Homer, Iliad, Book 21 26:5)

    (호메로스, 일리아스, Book 21 26:5)

유의어

  1. whirling

  2. 둥근

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION