Ancient Greek-English Dictionary Language

διακονικός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: διακονικός διακονική διακονικόν

Structure: διακονικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from dia/_konos

Sense

  1. serviceable

Examples

  • πρῶτον μὲν οὖν περὶ δούλων ἀπορήσειεν ἄν τισ, πότερον ἔστιν ἀρετή τισ δούλου παρὰ τὰσ ὀργανικὰσ καὶ διακονικὰσ ἄλλη τιμιωτέρα τούτων, οἱο͂ν σωφροσύνη καὶ ἀνδρεία καὶ δικαιοσύνη καὶ τῶν ἄλλων τῶν τοιούτων ἕξεων, ἢ οὐκ ἔστιν οὐδεμία παρὰ τὰσ σωματικὰσ ὑπηρεσίασ ἔχει γὰρ ἀπορίαν ἀμφοτέρωσ· (Aristotle, Politics, Book 1 170:1)
  • λέγω δὲ θάτερον τὸ δύνασθαι καὶ ὑπηρετεῖν τὰσ διακονικὰσ πράξεισ. (Aristotle, Politics, Book 3 61:2)
  • διὸ δὴ καὶ ταύτασ μὲν δουλοπρεπεῖσ τε καὶ διακονικὰσ καὶ ἀνελευθέρουσ εἶναι περὶ σώματοσ πραγματείαν, τὰσ ἄλλασ τέχνασ, τὴν δὲ γυμναστικὴν καὶ ἰατρικὴν κατὰ τὸ δίκαιον δεσποίνασ εἶναι τούτων. (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 433:1)

Synonyms

  1. serviceable

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION