Ancient Greek-English Dictionary Language

διακονικός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: διακονικός διακονική διακονικόν

Structure: διακονικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from dia/_konos

Sense

  1. serviceable

Examples

  • , ἂν μόνον ἐμπνέωσιν, ἐξάπτει καὶ διανίστησιν ἐν δὲ τοῖσ ἄλλοισ ποτὲ μέν, ὥσπερ εἴρηται, παραιτούμενοσ ἐμμελὴσ ἔσται τὰ γλίσχρα καὶ διακονικὰ καὶ μείζονασ ἔχοντα τοῖσ πράττουσιν ἀσχολίασ ἢ δι’ οὓσ πράττεται χρείασ καὶ ὠφελείασ· (Plutarch, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 222)

Synonyms

  1. serviceable

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION