διαιτάω
α 축약 동사;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
διαιτάω
형태분석:
διαιτά
(어간)
+
ω
(인칭어미)
어원: Note the bizarre perfect
뜻
- 살다, 살아가다, 지내다, 생활하다
- 정하다, 결정하다, 판단하다
- to feed in a certain way, to diet
- to lead a certain course of life, to live, to live in the observance of
- to be arbiter or umpire
- to determine, decide
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- εἰ ἄνομόν τί ἐστιν ἐν χερσί σου, πόρρω ποίησον αὐτὸ ἀπὸ σοῦ, ἀδικία δὲ ἐν διαίτῃ σου μὴ αὐλισθήτω. (Septuagint, Liber Iob 11:14)
(70인역 성경, 욥기 11:14)
- τὸ φῶσ αὐτοῦ σκότοσ ἐν διαίτῃ, ὁ δὲ λύχνοσ ἐπ̓ αὐτῷ σβεσθήσεται. (Septuagint, Liber Iob 18:6)
(70인역 성경, 욥기 18:6)
- πρὸσ δὲ τούτοισ τοσούτοισ οὖσιν, ὅτι τὰ γυναικεῖα σώματα πάμπολυ τῶν ἀνδρείων διαφέρει πρὸσ τε νόσου διαφορὰν καὶ πρὸσ θεραπείασ ἐλπίδα ἢ ἀπόγνωσιν ῥᾴδιον καταμαθεῖν τὰ μὲν γὰρ τῶν ἀνδρῶν εὐπαγῆ καὶ εὔτονα, πόνοισ καὶ κινήσεσιν καὶ ὑπαιθρίῳ διαίτῃ γεγυμνασμένα, τὰ δὲ ἔκλυτα καὶ ἀσυμπαγῆ, ἐνσκιᾳτροφημένα ^ καὶ λευκὰ αἵματοσ ἐνδείᾳ καὶ θερμοῦ ἀπορίᾳ καὶ ὑγροῦ περιττοῦ ^ ἐπιρροίᾳ. (Lucian, Abdicatus, (no name) 28:1)
(루키아노스, Abdicatus, (no name) 28:1)
- πιθανὸν δ’ ἂν εἰή ἄνδρα θεοῖσ ἀνακείμενον καθαρωτέρᾳ διαίτῃ χρώμενον ἐπὶ μήκιστον βιῶναι. (Lucian, Macrobii, (no name) 3:3)
(루키아노스, Macrobii, (no name) 3:3)
- ἤδη δὲ καὶ ἔθνη ὅλα μακροβιώτατα, ὥσπερ Σῆρασ μὲν ἱστοροῦσι μέχρι τριακοσίων ζῆν ἐτῶν, οἱ μὲν τῷ ἀέρι, οἱ δὲ τῇ γῇ τὴν αἰτίαν τοῦ μακροῦ γήρωσ προστιθέντεσ, οἱ δὲ καὶ τῇ διαίτῃ· (Lucian, Macrobii, (no name) 5:1)
(루키아노스, Macrobii, (no name) 5:1)