Ancient Greek-English Dictionary Language

Σατυρικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: Σατυρικός Σατυρική Σατυρικόν

Structure: Σατυρικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: Sa/turos

Sense

  1. like a Satyr
  2. of or resembling the Satyric drama, a Satyric drama

Examples

  • οἰόμενοι γὰρ σατυρικὰ καὶ γελοῖά τινα καὶ κομιδῇ κωμικὰ παρ’ ἡμῶν ἀκούσεσθαι ‐ τοιαῦτα γὰρ ^ πεπιστεύκασιν, οὐκ οἶδ’ ὅ τι δόξαν αὐτοῖσ ὑπὲρ ἐμοῦ οἱ μὲν οὐδὲ τὴν ἀρχὴν ἀφικνοῦνται, ὡσ οὐδὲν δέον παρέχειν τὰ ὦτα κώμοισ γυναικείοισ καὶ σκιρτήμασι σατυρικοῖσ καταβάντασ ἀπὸ τῶν ἐλεφάντων, οἱ δὲ ὡσ ἐπὶ τοιοῦτό τι ἥκοντεσ ἀντὶ τοῦ κιττοῦ σίδηρον εὑρόντεσ οὐδ’ οὕτωσ ἐπαινεῖν τολμῶσι τῷ παραδόξῳ τοῦ πράγματοσ τεθορυβημένοι. (Lucian, (no name) 5:3)
  • νὴ Δί’, ἔφη ὁ Κριτόβουλοσ, ἢ πάντων Σειληνῶν τῶν ἐν τοῖσ σατυρικοῖσ αἴσχιστοσ ἂν εἰήν. (Xenophon, Works on Socrates, , chapter 4 20:4)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION