Ancient Greek-English Dictionary Language

Νεοπτόλεμος

Second declension Noun; Masculine Transliteration:

Principal Part: Νεοπτόλεμος

Sense

  1. new-warrior, came late to Troy

Examples

  • αὐτὸσ δ’ ἀνῆκται Νεοπτόλεμοσ, καινάσ τινασ Πηλέωσ ἀκούσασ συμφοράσ, ὥσ νιν χθονὸσ Ἄκαστοσ ἐκβέβληκεν, ὁ Πελίου γόνοσ. (Euripides, The Trojan Women, episode, anapests 1:2)
  • ὃσ δ’ οἰέται Νεοπτόλεμοσ γαμεῖν νιν, οὐ γαμεῖ ποτε. (Euripides, episode, iambic 3:7)
  • Νεοπτόλεμοσ δὲ ὁ Παριανὸσ ἐν τῷ περὶ ἐπιγραμμάτων ἐν Χαλκηδόνι φησὶν ἐπὶ τοῦ Θρασυμάχου τοῦ σοφιστοῦ μνήματοσ ἐπιγεγράφθαι τόδε τὸ ἐπίγραμμα· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 811)
  • Νεοπτόλεμοσ δὲ βουλεύων μὲν ἐπ’ Εὐμενεῖ προδοσίαν οὐκ ἔλαθε, καλούμενοσ δὲ οὐχ ὑπήκουεν, ἀλλὰ παρέταττε τὴν δύναμιν. (Plutarch, chapter 5 2:3)
  • ὁ μὲν οὖν Νεοπτόλεμοσ ὀλίγουσ τινὰσ συναγαγὼν ἐκ τῆσ τροπῆσ ἔφυγε πρὸσ Κρατερὸν καὶ Ἀντίπατρον. (Plutarch, chapter 5 4:1)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION