헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χαίτη

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χαίτη χαίτης

형태분석: χαιτ (어간) + η (어미)

  1. 갈기
  2. 잎, 나뭇잎
  1. long flowing hair
  2. mane
  3. foliage
  4. The crest of a helmet

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • 39 χρυσείοισ δ’ ἑκάτερθε τινασσόμενοσ πλοκάμοισι 40 βότρυσ ἀκερσεκόμησ ζεφύρῳ στυφελίζετο χαίτησ. (Colluthus, Rape of Helen, book 110)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 110)

  • πυρᾶσ δ’ ἐπ’ αὐτῆσ οἶν μελάγχιμον πόκῳ σφάγιον ἐσεῖδον αἷμά τ’ οὐ πάλαι χυθὲν ξανθῆσ τε χαίτησ βοστρύχουσ κεκαρμένουσ. (Euripides, episode 1:10)

    (에우리피데스, episode 1:10)

  • ἔπειτα χαίτησ πῶσ συνοίσεται πλόκοσ, ὁ μὲν παλαίστραισ ἀνδρὸσ εὐγενοῦσ τραφείσ, ὁ δὲ κτενισμοῖσ θῆλυσ; (Euripides, episode 2:2)

    (에우리피데스, episode 2:2)

  • Δωρίχα, ὀστέα μὲν σ1’ ἁπαλῆσ κόσμησ1’ ἀπόδεσμα χαίτησ ἥ τε μύρων ἔκπνοοσ ἀμπεχόνη, ᾗ ποτε τὸν χαρίεντα περιστέλλουσα Χάραξον σύγχρουσ ὀρθρινῶν ἥψαο κισσυβίων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 69 1:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 69 1:5)

  • ὡσ δ’ ὅτ’ ἀνὴρ θοὸν ἵππον ἐσ εὐρέα κύκλον ἀγῶνοσ στέλλῃ, ὀρεξάμενοσ λασίησ εὐπειθέα χαίτησ, εἶθαρ ἐπιτροχάων, ὁ δ’ ἐπ’ αὐχένι γαῦροσ ἀερθεὶσ ἕσπεται, ἀργινόεντα δ’ ἐνὶ στομάτεσσι χαλινὰ ἀμφὶσ ὀδακτάζοντι παραβλήδην κροτέονται· (Apollodorus, Argonautica, book 4 26:4)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 4 26:4)

  • ἔνθεν δ’ αὖτ’ ἐπὶ νῆα νόημ’ ὣσ ἆλτο πέτεσθαι, ἀνέρι εἰδόμενοσ αἰζηῷ τε κρατερῷ τε, πρωθήβῃ, χαίτῃσ εἰλυμένοσ εὐρέασ ὤμουσ· (Anonymous, Homeric Hymns, , <[Ei)\s A)po/llwna Pu/qion]> 29:5)

    (익명 저작, Homeric Hymns, , <[Ei)\s A)po/llwna Pu/qion]> 29:5)

유의어

  1. long flowing hair

  2. 갈기

  3. The crest of a helmet

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION