헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τάσις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τάσις τάσεως

형태분석: τασι (어간) + ς (어미)

어원: tei/nw

  1. 긴장, 스트레칭, 늘임
  2. 힘, 강력, 실력
  1. stretching, tension
  2. extension
  3. (in music) pitch of the voice
  4. intensity, force

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 τάσις

긴장이

τάσει

긴장들이

τάσεις

긴장들이

속격 τάσεως

긴장의

τάσοιν

긴장들의

τάσεων

긴장들의

여격 τάσει

긴장에게

τάσοιν

긴장들에게

τάσεσιν*

긴장들에게

대격 τάσιν

긴장을

τάσει

긴장들을

τάσεις

긴장들을

호격 τάσι

긴장아

τάσει

긴장들아

τάσεις

긴장들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τῶν δὲ ἀμφοτέρασ τὰσ τάσεισ ἐχουσῶν αἳ μὲν κατὰ μίαν συλλαβὴν συνεφθαρμένον ἔχουσι τῷ ὀξεῖ τὸ βαρύ, ἃσ δὴ περισπωμένασ καλοῦμεν· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1126)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1126)

  • ἐφ’ ἑνὸσ φθόγγου μελῳδεῖται, καίτοι τῶν τριῶν λέξεων ἑκάστη βαρείασ τε τάσεισ ἔχει καὶ ὀξείασ. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1134)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1134)

  • καὶ ἔστι λέξισ κρατίστη πασῶν, ἥτισ ἂν ἔχῃ πλείστασ ἀναπαύλασ τε καὶ μεταβολὰσ ἐναρμονίουσ, ὅταν τουτὶ μὲν ἐν περιόδῳ λέγηται, τουτὶ δ’ ἔξω περιόδου καὶ ἥδε μὲν ἡ περίοδοσ ἐκ πλειόνων πλέκηται κώλων, ἥδε δ’ ἐξ ἐλαττόνων, αὐτῶν δὲ τῶν κώλων τὸ μὲν βραχύτερον ᾖ, τὸ δὲ μακρότερον καὶ τὸ μὲν αὐτουργότερον , τὸ δὲ ἀκριβέστερον, ῥυθμοί τε ἄλλοτε ἄλλοι καὶ σχήματα παντοῖα καὶ τάσεισ φωνῆσ αἱ καλούμεναι προσῳδίαι διάφοροι κλέπτουσαι τῇ ποικιλίᾳ τὸν κόρον. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1917)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1917)

  • σκεδαννύμενα τοῦτο πάσχει διακρίσει τῶν μερῶν ἑκάστου καὶ διαλύσει πρὸσ τὸν οἰκεῖον τόπον ἐκ τοῦ παρὰ φύσιν ἀπορρέοντοσ σὺ δὴ κατ’ ἄλλο τοῦ κενοῦ τεθέντα τὸν κόσμον οἰόμενοσ οὕτω παντελεῖ συνάπτεσθαι φθορᾷ καὶ λέγων οὕτω καὶ διὰ τοῦτο μέσον ἐν τῷ μηδὲν ἔχειν πεφυκότι μέσον ζητῶν ἀπείρῳ, τὰσ μὲν τάσεισ καὶ τὰσ συνοχὰσ καὶ νεύσεισ ἐκείνασ, ὡσ οὐδὲν ἐχέγγυον εἰσ σωτηρίαν ἐχούσασ, ἀφῆκασ, τῇ δὲ καταλήψει τοῦ τόπου τὴν σύμπασαν αἰτίαν τῆσ διαμονῆσ ἀνέθηκασ. (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 44 15:1)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 44 15:1)

유의어

  1. 긴장

  2. extension

  3. pitch of the voice

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION