호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기
기본형: συναντλέω συναντλήσω
형태분석: συν (접두사) + ἀντλέ (어간) + ω (인칭어미)
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | συναντλῶ (나는) 참여한다 |
συναντλεῖς (너는) 참여한다 |
συναντλεῖ (그는) 참여한다 |
쌍수 | συναντλεῖτον (너희 둘은) 참여한다 |
συναντλεῖτον (그 둘은) 참여한다 |
||
복수 | συναντλοῦμεν (우리는) 참여한다 |
συναντλεῖτε (너희는) 참여한다 |
συναντλοῦσι(ν) (그들은) 참여한다 |
|
접속법 | 단수 | συναντλῶ (나는) 참여하자 |
συναντλῇς (너는) 참여하자 |
συναντλῇ (그는) 참여하자 |
쌍수 | συναντλῆτον (너희 둘은) 참여하자 |
συναντλῆτον (그 둘은) 참여하자 |
||
복수 | συναντλῶμεν (우리는) 참여하자 |
συναντλῆτε (너희는) 참여하자 |
συναντλῶσι(ν) (그들은) 참여하자 |
|
기원법 | 단수 | συναντλοῖμι (나는) 참여하기를 (바라다) |
συναντλοῖς (너는) 참여하기를 (바라다) |
συναντλοῖ (그는) 참여하기를 (바라다) |
쌍수 | συναντλοῖτον (너희 둘은) 참여하기를 (바라다) |
συναντλοίτην (그 둘은) 참여하기를 (바라다) |
||
복수 | συναντλοῖμεν (우리는) 참여하기를 (바라다) |
συναντλοῖτε (너희는) 참여하기를 (바라다) |
συναντλοῖεν (그들은) 참여하기를 (바라다) |
|
명령법 | 단수 | συνάντλει (너는) 참여해라 |
συναντλείτω (그는) 참여해라 |
|
쌍수 | συναντλεῖτον (너희 둘은) 참여해라 |
συναντλείτων (그 둘은) 참여해라 |
||
복수 | συναντλεῖτε (너희는) 참여해라 |
συναντλούντων, συναντλείτωσαν (그들은) 참여해라 |
||
부정사 | συναντλεῖν 참여하는 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
συναντλων συναντλουντος | συναντλουσα συναντλουσης | συναντλουν συναντλουντος | ||
중간태/수동태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | συναντλοῦμαι (나는) 참여된다 |
συναντλεῖ, συναντλῇ (너는) 참여된다 |
συναντλεῖται (그는) 참여된다 |
쌍수 | συναντλεῖσθον (너희 둘은) 참여된다 |
συναντλεῖσθον (그 둘은) 참여된다 |
||
복수 | συναντλούμεθα (우리는) 참여된다 |
συναντλεῖσθε (너희는) 참여된다 |
συναντλοῦνται (그들은) 참여된다 |
|
접속법 | 단수 | συναντλῶμαι (나는) 참여되자 |
συναντλῇ (너는) 참여되자 |
συναντλῆται (그는) 참여되자 |
쌍수 | συναντλῆσθον (너희 둘은) 참여되자 |
συναντλῆσθον (그 둘은) 참여되자 |
||
복수 | συναντλώμεθα (우리는) 참여되자 |
συναντλῆσθε (너희는) 참여되자 |
συναντλῶνται (그들은) 참여되자 |
|
기원법 | 단수 | συναντλοίμην (나는) 참여되기를 (바라다) |
συναντλοῖο (너는) 참여되기를 (바라다) |
συναντλοῖτο (그는) 참여되기를 (바라다) |
쌍수 | συναντλοῖσθον (너희 둘은) 참여되기를 (바라다) |
συναντλοίσθην (그 둘은) 참여되기를 (바라다) |
||
복수 | συναντλοίμεθα (우리는) 참여되기를 (바라다) |
συναντλοῖσθε (너희는) 참여되기를 (바라다) |
συναντλοῖντο (그들은) 참여되기를 (바라다) |
|
명령법 | 단수 | συναντλοῦ (너는) 참여되어라 |
συναντλείσθω (그는) 참여되어라 |
|
쌍수 | συναντλεῖσθον (너희 둘은) 참여되어라 |
συναντλείσθων (그 둘은) 참여되어라 |
||
복수 | συναντλεῖσθε (너희는) 참여되어라 |
συναντλείσθων, συναντλείσθωσαν (그들은) 참여되어라 |
||
부정사 | συναντλεῖσθαι 참여되는 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
συναντλουμενος συναντλουμενου | συναντλουμενη συναντλουμενης | συναντλουμενον συναντλουμενου |
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | συναντλήσω (나는) 참여하겠다 |
συναντλήσεις (너는) 참여하겠다 |
συναντλήσει (그는) 참여하겠다 |
쌍수 | συναντλήσετον (너희 둘은) 참여하겠다 |
συναντλήσετον (그 둘은) 참여하겠다 |
||
복수 | συναντλήσομεν (우리는) 참여하겠다 |
συναντλήσετε (너희는) 참여하겠다 |
συναντλήσουσι(ν) (그들은) 참여하겠다 |
|
기원법 | 단수 | συναντλήσοιμι (나는) 참여하겠기를 (바라다) |
συναντλήσοις (너는) 참여하겠기를 (바라다) |
συναντλήσοι (그는) 참여하겠기를 (바라다) |
쌍수 | συναντλήσοιτον (너희 둘은) 참여하겠기를 (바라다) |
συναντλησοίτην (그 둘은) 참여하겠기를 (바라다) |
||
복수 | συναντλήσοιμεν (우리는) 참여하겠기를 (바라다) |
συναντλήσοιτε (너희는) 참여하겠기를 (바라다) |
συναντλήσοιεν (그들은) 참여하겠기를 (바라다) |
|
부정사 | συναντλήσειν 참여할 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
συναντλησων συναντλησοντος | συναντλησουσα συναντλησουσης | συναντλησον συναντλησοντος | ||
중간태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | συναντλήσομαι (나는) 참여되겠다 |
συναντλήσει, συναντλήσῃ (너는) 참여되겠다 |
συναντλήσεται (그는) 참여되겠다 |
쌍수 | συναντλήσεσθον (너희 둘은) 참여되겠다 |
συναντλήσεσθον (그 둘은) 참여되겠다 |
||
복수 | συναντλησόμεθα (우리는) 참여되겠다 |
συναντλήσεσθε (너희는) 참여되겠다 |
συναντλήσονται (그들은) 참여되겠다 |
|
기원법 | 단수 | συναντλησοίμην (나는) 참여되겠기를 (바라다) |
συναντλήσοιο (너는) 참여되겠기를 (바라다) |
συναντλήσοιτο (그는) 참여되겠기를 (바라다) |
쌍수 | συναντλήσοισθον (너희 둘은) 참여되겠기를 (바라다) |
συναντλησοίσθην (그 둘은) 참여되겠기를 (바라다) |
||
복수 | συναντλησοίμεθα (우리는) 참여되겠기를 (바라다) |
συναντλήσοισθε (너희는) 참여되겠기를 (바라다) |
συναντλήσοιντο (그들은) 참여되겠기를 (바라다) |
|
부정사 | συναντλήσεσθαι 참여될 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
συναντλησομενος συναντλησομενου | συναντλησομενη συναντλησομενης | συναντλησομενον συναντλησομενου |
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | συνήντλουν (나는) 참여하고 있었다 |
συνήντλεις (너는) 참여하고 있었다 |
συνήντλει(ν) (그는) 참여하고 있었다 |
쌍수 | συνηντλεῖτον (너희 둘은) 참여하고 있었다 |
συνηντλείτην (그 둘은) 참여하고 있었다 |
||
복수 | συνηντλοῦμεν (우리는) 참여하고 있었다 |
συνηντλεῖτε (너희는) 참여하고 있었다 |
συνήντλουν (그들은) 참여하고 있었다 |
|
중간태/수동태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | συνηντλούμην (나는) 참여되고 있었다 |
συνηντλοῦ (너는) 참여되고 있었다 |
συνηντλεῖτο (그는) 참여되고 있었다 |
쌍수 | συνηντλεῖσθον (너희 둘은) 참여되고 있었다 |
συνηντλείσθην (그 둘은) 참여되고 있었다 |
||
복수 | συνηντλούμεθα (우리는) 참여되고 있었다 |
συνηντλεῖσθε (너희는) 참여되고 있었다 |
συνηντλοῦντο (그들은) 참여되고 있었다 |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기
고전 발음: [] 신약 발음: []