헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσεύχομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσεύχομαι προσεύξομαι

형태분석: προς (접두사) + εύ̓χ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 맹세하다, 약속하다, 다짐하다
  2. 숭배하다, 우러르다, 숭상하다
  1. to pray, vow
  2. (with accusative)
  3. (absolute) to offer prayers, worship

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεύχομαι

(나는) 맹세한다

προσεύχει, προσεύχῃ

(너는) 맹세한다

προσεύχεται

(그는) 맹세한다

쌍수 προσεύχεσθον

(너희 둘은) 맹세한다

προσεύχεσθον

(그 둘은) 맹세한다

복수 προσευχόμεθα

(우리는) 맹세한다

προσεύχεσθε

(너희는) 맹세한다

προσεύχονται

(그들은) 맹세한다

접속법단수 προσεύχωμαι

(나는) 맹세하자

προσεύχῃ

(너는) 맹세하자

προσεύχηται

(그는) 맹세하자

쌍수 προσεύχησθον

(너희 둘은) 맹세하자

προσεύχησθον

(그 둘은) 맹세하자

복수 προσευχώμεθα

(우리는) 맹세하자

προσεύχησθε

(너희는) 맹세하자

προσεύχωνται

(그들은) 맹세하자

기원법단수 προσευχοίμην

(나는) 맹세하기를 (바라다)

προσεύχοιο

(너는) 맹세하기를 (바라다)

προσεύχοιτο

(그는) 맹세하기를 (바라다)

쌍수 προσεύχοισθον

(너희 둘은) 맹세하기를 (바라다)

προσευχοίσθην

(그 둘은) 맹세하기를 (바라다)

복수 προσευχοίμεθα

(우리는) 맹세하기를 (바라다)

προσεύχοισθε

(너희는) 맹세하기를 (바라다)

προσεύχοιντο

(그들은) 맹세하기를 (바라다)

명령법단수 προσεύχου

(너는) 맹세해라

προσευχέσθω

(그는) 맹세해라

쌍수 προσεύχεσθον

(너희 둘은) 맹세해라

προσευχέσθων

(그 둘은) 맹세해라

복수 προσεύχεσθε

(너희는) 맹세해라

προσευχέσθων, προσευχέσθωσαν

(그들은) 맹세해라

부정사 προσεύχεσθαι

맹세하는 것

분사 남성여성중성
προσευχομενος

προσευχομενου

προσευχομενη

προσευχομενης

προσευχομενον

προσευχομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεύξομαι

(나는) 맹세하겠다

προσεύξει, προσεύξῃ

(너는) 맹세하겠다

προσεύξεται

(그는) 맹세하겠다

쌍수 προσεύξεσθον

(너희 둘은) 맹세하겠다

προσεύξεσθον

(그 둘은) 맹세하겠다

복수 προσευξόμεθα

(우리는) 맹세하겠다

προσεύξεσθε

(너희는) 맹세하겠다

προσεύξονται

(그들은) 맹세하겠다

기원법단수 προσευξοίμην

(나는) 맹세하겠기를 (바라다)

προσεύξοιο

(너는) 맹세하겠기를 (바라다)

προσεύξοιτο

(그는) 맹세하겠기를 (바라다)

쌍수 προσεύξοισθον

(너희 둘은) 맹세하겠기를 (바라다)

προσευξοίσθην

(그 둘은) 맹세하겠기를 (바라다)

복수 προσευξοίμεθα

(우리는) 맹세하겠기를 (바라다)

προσεύξοισθε

(너희는) 맹세하겠기를 (바라다)

προσεύξοιντο

(그들은) 맹세하겠기를 (바라다)

부정사 προσεύξεσθαι

맹세할 것

분사 남성여성중성
προσευξομενος

προσευξομενου

προσευξομενη

προσευξομενης

προσευξομενον

προσευξομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσηύ̓χομην

(나는) 맹세하고 있었다

προσηῦ̓χου

(너는) 맹세하고 있었다

προσηῦ̓χετο

(그는) 맹세하고 있었다

쌍수 προσηῦ̓χεσθον

(너희 둘은) 맹세하고 있었다

προσηύ̓χεσθην

(그 둘은) 맹세하고 있었다

복수 προσηύ̓χομεθα

(우리는) 맹세하고 있었다

προσηῦ̓χεσθε

(너희는) 맹세하고 있었다

προσηῦ̓χοντο

(그들은) 맹세하고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ δὲ τότε Πορσίνασ τισ ἐπέβρισε Τυρρηνικὸν χάρακα καὶ στρατόπεδον παραστήσασ τείχεσιν ὑγροῖσ ἔτι καὶ κραδαινομένοισ ἤ τισ ἐκ Μαρσῶν ἀποστὰσ ἀρειμάνιοσ δυνάστησ ἢ Λευκανὸσ ὑπὸ φθόνου καὶ φιλονεικίασ, ἀνὴρ δύσερισ καὶ πολεμοποιόσ, οἱο͂σ ὕστερον Μουτίλοσ ἢ Σίλων ὁ θρασὺσ ἢ τὸ ἔσχατον Σύλλα πάλαισμα Τελεσῖνοσ, ὡσ ἀφ’ ἑνὸσ συνθήματοσ ὅλην ἐξοπλίζων τὴν Ἰταλίαν, τὸν φιλόσοφον Νομᾶν περιεσάλπιζε θύοντα καὶ προσευχόμενον, οὐκ ἂν ἀντέσχον αἱ πρῶται τῆσ πόλεωσ ἀρχαὶ πρὸσ σάλον καὶ κλύδωνα τοσοῦτον οὐδ’ εἰσ εὐανδρίαν καὶ πλῆθοσ ἐπέδωκαν· (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 9 4:1)

    (플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 9 4:1)

  • ἐξοπλίζων τὴν Ἰταλίαν, τὸν φιλόσοφον Νομᾶν περιεσάλπιζε θύοντα καὶ προσευχόμενον, οὐκ ἂν ἀντέσχον αἱ πρῶται τῆσ πόλεωσ ἀρχαὶ πρὸσ σάλον καὶ κλύδωνα τοσοῦτον οὐδ’ εἰσ εὐανδρίαν καὶ πλῆθοσ ἐπέδωκαν· (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 9 13:1)

    (플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 9 13:1)

  • τί δεῖ προσδοκᾶν ἢ πῶσ ἔνεστιν ἑκάστου τούτων αἰσθανόμενον καὶ ῥᾳδίωσ ἐνδιδόντα μὴ κακοδαιμονέστατον ἁπάντων εἶναι, ἀεὶ προσευχόμενον τοῖσ θεοῖσ ὅπωσ μὴ τοῦτο μηδὲ τοῦτο συμβῇ· (Dio, Chrysostom, Orationes, 13:1)

    (디오, 크리소토모스, 연설 (2), 13:1)

  • καὶ πᾶν τὸ πλῆθοσ ἦν τοῦ λαοῦ προσευχόμενον ἔξω τῇ ὡρ́ᾳ τοῦ θυμιάματοσ· (, chapter 1 12:1)

    (, chapter 1 12:1)

  • Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι αὐτὸν προσευχόμενον κατὰ μόνασ συνῆσαν αὐτῷ οἱ μαθηταί, καὶ ἐπηρώτησεν αὐτοὺσ λέγων Τίνα με οἱ ὄχλοι λέγουσιν εἶναι; (, chapter 3 409:1)

    (, chapter 3 409:1)

유의어

  1. 맹세하다

  2. 숭배하다

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION