헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προαπαντάω

α 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προαπαντάω προαπαντήσω

형태분석: προ (접두사) + ἀπ (접두사) + ἀντά (어간) + ω (인칭어미)

  1. to go forth to meet
  2. to meet beforehand

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προαπαντῶ

προαπαντᾷς

προαπαντᾷ

쌍수 προαπαντᾶτον

προαπαντᾶτον

복수 προαπαντῶμεν

προαπαντᾶτε

προαπαντῶσιν*

접속법단수 προαπαντῶ

προαπαντῇς

προαπαντῇ

쌍수 προαπαντῆτον

προαπαντῆτον

복수 προαπαντῶμεν

προαπαντῆτε

προαπαντῶσιν*

기원법단수 προαπαντῷμι

προαπαντῷς

προαπαντῷ

쌍수 προαπαντῷτον

προαπαντῴτην

복수 προαπαντῷμεν

προαπαντῷτε

προαπαντῷεν

명령법단수 προαπάντᾱ

προαπαντᾱ́τω

쌍수 προαπαντᾶτον

προαπαντᾱ́των

복수 προαπαντᾶτε

προαπαντώντων, προαπαντᾱ́τωσαν

부정사 προαπαντᾶν

분사 남성여성중성
προαπαντων

προαπαντωντος

προαπαντωσα

προαπαντωσης

προαπαντων

προαπαντωντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προαπαντῶμαι

προαπαντᾷ

προαπαντᾶται

쌍수 προαπαντᾶσθον

προαπαντᾶσθον

복수 προαπαντώμεθα

προαπαντᾶσθε

προαπαντῶνται

접속법단수 προαπαντῶμαι

προαπαντῇ

προαπαντῆται

쌍수 προαπαντῆσθον

προαπαντῆσθον

복수 προαπαντώμεθα

προαπαντῆσθε

προαπαντῶνται

기원법단수 προαπαντῴμην

προαπαντῷο

προαπαντῷτο

쌍수 προαπαντῷσθον

προαπαντῴσθην

복수 προαπαντῴμεθα

προαπαντῷσθε

προαπαντῷντο

명령법단수 προαπαντῶ

προαπαντᾱ́σθω

쌍수 προαπαντᾶσθον

προαπαντᾱ́σθων

복수 προαπαντᾶσθε

προαπαντᾱ́σθων, προαπαντᾱ́σθωσαν

부정사 προαπαντᾶσθαι

분사 남성여성중성
προαπαντωμενος

προαπαντωμενου

προαπαντωμενη

προαπαντωμενης

προαπαντωμενον

προαπαντωμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προαπαντήσω

προαπαντήσεις

προαπαντήσει

쌍수 προαπαντήσετον

προαπαντήσετον

복수 προαπαντήσομεν

προαπαντήσετε

προαπαντήσουσιν*

기원법단수 προαπαντήσοιμι

προαπαντήσοις

προαπαντήσοι

쌍수 προαπαντήσοιτον

προαπαντησοίτην

복수 προαπαντήσοιμεν

προαπαντήσοιτε

προαπαντήσοιεν

부정사 προαπαντήσειν

분사 남성여성중성
προαπαντησων

προαπαντησοντος

προαπαντησουσα

προαπαντησουσης

προαπαντησον

προαπαντησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προαπαντήσομαι

προαπαντήσει, προαπαντήσῃ

προαπαντήσεται

쌍수 προαπαντήσεσθον

προαπαντήσεσθον

복수 προαπαντησόμεθα

προαπαντήσεσθε

προαπαντήσονται

기원법단수 προαπαντησοίμην

προαπαντήσοιο

προαπαντήσοιτο

쌍수 προαπαντήσοισθον

προαπαντησοίσθην

복수 προαπαντησοίμεθα

προαπαντήσοισθε

προαπαντήσοιντο

부정사 προαπαντήσεσθαι

분사 남성여성중성
προαπαντησομενος

προαπαντησομενου

προαπαντησομενη

προαπαντησομενης

προαπαντησομενον

προαπαντησομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to go forth to meet

  2. to meet beforehand

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION