ποινή
First declension Noun; Feminine
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
ποινή
ποινῆς
Structure:
ποιν
(Stem)
+
η
(Ending)
Sense
- blood money, wergeld
- fine, ransom, penalty, penance, satisfaction
- compensation
- redemption, release
Declension
First declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- "εἶθ’ ὥσπερ ὑπὸ ποινῆσ ἐλαυνόμενοι δεινὰ ποιεῖν ὁμολογοῦσι, συγχέοντεσ τὰ νόμιμα καὶ τὰσ διατάξεισ τῶν νόμων ἀναιροῦντεσ, ἵνα μηδὲ συγγνώμησ τύχωσι. (Plutarch, Adversus Colotem, section 31 1:13)
- ἐλεγχθέντεσ δ’ οὕτωσ ἀπήχθησαν, οὐχ ὑπὸ τῶν γεράνων κολασθέντεσ ἀλλ’ ὑπὸ τῆσ αὑτῶν γλωσσαλγίασ ὥσπερ Ἐρινύοσ ἢ Ποινῆσ βιασθέντεσ ἐξαγορεῦσαι τὸν φόνον. (Plutarch, De garrulitate, section 14 3:2)
- γλωσσαλγίασ ὥσπερ ἐρινύοσ ἢ Ποινῆσ βιασθέντεσ ἐξαγορεῦσαι τὸν φόνον. (Plutarch, De garrulitate, section 14 8:1)
- ὅθεν οἱ πρῶτοι καὶ κράτιστοι πεφρικότεσ πρότερον ὡσ οὐκ ἀνδρόσ, ἀλλά τινοσ ἢ Ποινῆσ ἢ παλαμναίου δαίμονοσ ἄφνω τοῖσ πράγμασιν ἐπιπεπτωκότοσ, ἡδίουσ ἐγένοντο ταῖσ ἐλπίσι πρὸσ τὴν ἠγεμονίαν ὥσπερ διαμειδιῶσαν. (Plutarch, Otho, chapter 1 3:2)
- "ὅθεν οὐδὲ πάντα τὰ τῶν τεκόντων σφάλματ’ εἰσ τοὺσ ἐκγόνουσ οἱ θεοὶ τρέπουσιν ἀλλ’ ἐὰν μὲν ἐκ φαύλου γένηται χρηστόσ, ὥσπερ εὐεκτικὸσ ἐκ νοσώδουσ, ἀφεῖται τῆσ τοῦ γένουσ ποινῆσ, οἱο͂ν ἐκποίητοσ τῆσ κακίασ γενόμενοσ. (Plutarch, De sera numinis vindicta, section 215)
Synonyms
-
compensation
-
redemption