헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

περιολισθάνω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: περιολισθάνω περιώλισθον

형태분석: περι (접두사) + ὀλισθάν (어간) + ω (인칭어미)

  1. to slip away all round, slip off

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 περιολισθάνω

περιολισθάνεις

περιολισθάνει

쌍수 περιολισθάνετον

περιολισθάνετον

복수 περιολισθάνομεν

περιολισθάνετε

περιολισθάνουσιν*

접속법단수 περιολισθάνω

περιολισθάνῃς

περιολισθάνῃ

쌍수 περιολισθάνητον

περιολισθάνητον

복수 περιολισθάνωμεν

περιολισθάνητε

περιολισθάνωσιν*

기원법단수 περιολισθάνοιμι

περιολισθάνοις

περιολισθάνοι

쌍수 περιολισθάνοιτον

περιολισθανοίτην

복수 περιολισθάνοιμεν

περιολισθάνοιτε

περιολισθάνοιεν

명령법단수 περιολίσθανε

περιολισθανέτω

쌍수 περιολισθάνετον

περιολισθανέτων

복수 περιολισθάνετε

περιολισθανόντων, περιολισθανέτωσαν

부정사 περιολισθάνειν

분사 남성여성중성
περιολισθανων

περιολισθανοντος

περιολισθανουσα

περιολισθανουσης

περιολισθανον

περιολισθανοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 περιολισθάνομαι

περιολισθάνει, περιολισθάνῃ

περιολισθάνεται

쌍수 περιολισθάνεσθον

περιολισθάνεσθον

복수 περιολισθανόμεθα

περιολισθάνεσθε

περιολισθάνονται

접속법단수 περιολισθάνωμαι

περιολισθάνῃ

περιολισθάνηται

쌍수 περιολισθάνησθον

περιολισθάνησθον

복수 περιολισθανώμεθα

περιολισθάνησθε

περιολισθάνωνται

기원법단수 περιολισθανοίμην

περιολισθάνοιο

περιολισθάνοιτο

쌍수 περιολισθάνοισθον

περιολισθανοίσθην

복수 περιολισθανοίμεθα

περιολισθάνοισθε

περιολισθάνοιντο

명령법단수 περιολισθάνου

περιολισθανέσθω

쌍수 περιολισθάνεσθον

περιολισθανέσθων

복수 περιολισθάνεσθε

περιολισθανέσθων, περιολισθανέσθωσαν

부정사 περιολισθάνεσθαι

분사 남성여성중성
περιολισθανομενος

περιολισθανομενου

περιολισθανομενη

περιολισθανομενης

περιολισθανομενον

περιολισθανομενου

미완료(Imperfect) 시제

단순 과거(Aorist) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εὐπορεῖτο‧ ὅτε μὲν γὰρ εὖ κατατείνοιμι τὸν ἄνθρωπον, ἡσσᾶτο ὁ ἀσκὸσ, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἡ φῦσα ἐσαναγκάζεσθαι‧ καὶ ἄλλωσ ἕτοιμον περιολισθάνειν ἦν, ἅτε ἐσ τὸ αὐτὸ ἀναγκαζόμενον, τό τε τοῦ ἀνθρώπου ὕβωμα, καὶ τὸ τοῦ ἀσκοῦ πληρουμένου κύρτωμα. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 47.21)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 47.21)

유의어

  1. to slip away all round

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION