헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παιδευτός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παιδευτός παιδευτή παιδευτόν

형태분석: παιδευτ (어간) + ος (어미)

어원: from paideu/w

  1. to be gained by education

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 παιδευτός

(이)가

παιδευτή

(이)가

παιδευτόν

(것)가

속격 παιδευτοῦ

(이)의

παιδευτῆς

(이)의

παιδευτοῦ

(것)의

여격 παιδευτῷ

(이)에게

παιδευτῇ

(이)에게

παιδευτῷ

(것)에게

대격 παιδευτόν

(이)를

παιδευτήν

(이)를

παιδευτόν

(것)를

호격 παιδευτέ

(이)야

παιδευτή

(이)야

παιδευτόν

(것)야

쌍수주/대/호 παιδευτώ

(이)들이

παιδευτᾱ́

(이)들이

παιδευτώ

(것)들이

속/여 παιδευτοῖν

(이)들의

παιδευταῖν

(이)들의

παιδευτοῖν

(것)들의

복수주격 παιδευτοί

(이)들이

παιδευταί

(이)들이

παιδευτά

(것)들이

속격 παιδευτῶν

(이)들의

παιδευτῶν

(이)들의

παιδευτῶν

(것)들의

여격 παιδευτοῖς

(이)들에게

παιδευταῖς

(이)들에게

παιδευτοῖς

(것)들에게

대격 παιδευτούς

(이)들을

παιδευτᾱ́ς

(이)들을

παιδευτά

(것)들을

호격 παιδευτοί

(이)들아

παιδευταί

(이)들아

παιδευτά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔστιν ἀνὴρ πανοῦργοσ πολλῶν παιδευτήσ, καὶ τῇ ἰδίᾳ ψυχῇ ἄχρηστόσ ἐστιν. (Septuagint, Liber Sirach 37:19)

    (70인역 성경, Liber Sirach 37:19)

  • ὃ οἱ ἀγρεύοντεσ τὴν θήραν κατέπηξαν. ἐγὼ δὲ παιδευτὴσ ὑμῶν. (Septuagint, Prophetia Osee 5:2)

    (70인역 성경, 호세아서 5:2)

  • εἰ δ’ οἱ γέροντεσ τῶν Ἑβραίων διὰ τὴν εὐσέβειαν καὶ βασανισμοὺσ ὑπομείναντεσ εὐσέβησαν, ἀποθάνοιμεν ἂν δικαιότερον ἡμεῖσ οἱ νέοι, τὰσ βασάνουσ τῶν σῶν ἀναγκῶν ὑπεριδόντεσ, ἃσ καὶ ὁ παιδευτὴσ ἡμῶν γέρων ἐνίκησε. (Septuagint, Liber Maccabees IV 9:6)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 9:6)

  • ἀχθεὶσ δὲ καὶ καταστὰσ εἰσ μέσον ἔλεγε παιδευτὴσ μέν εἶναι καὶ διδάσκαλοσ, τὴν δὲ πρὸσ ἐκεῖνον χάριν ἀντὶ τούτων ἑλόμενοσ τῶν δικαίων, ἥκειν αὐτῷ τὴν πόλιν ἐν τοῖσ παισὶ κομίζων, δεινὸν οὖν ἀκούσαντι τὸ ἔργον ἐφάνη Καμίλλῳ· (Plutarch, Camillus, chapter 10 3:1)

    (플루타르코스, Camillus, chapter 10 3:1)

  • "Ἡρακλέα τε γὰρ ἀκούομεν κεχρημένον μουσικῇ καὶ Ἀχιλλέα καὶ πολλοὺσ ἄλλουσ, ὧν παιδευτὴσ ὁ σοφώτατοσ Χείρων παραδέδοται, μουσικῆσ τε ἅμα ὢν καὶ δικαιοσύνησ καὶ ἰατρικῆσ διδάσκαλοσ. (Pseudo-Plutarch, De musica, section 4010)

    (위 플루타르코스, De musica, section 4010)

유의어

  1. to be gained by education

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION