헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μαλακότης

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μαλακότης μαλακότητος

형태분석: μαλακοτητ (어간) + ς (어미)

어원: from malako/s

  1. 부드러움, 연악함
  2. 연악함, 부드러움, 우유부단
  1. softness
  2. weakness, effeminacy

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 μαλακότης

부드러움이

μαλακότητε

부드러움들이

μαλακότητες

부드러움들이

속격 μαλακότητος

부드러움의

μαλακοτήτοιν

부드러움들의

μαλακοτήτων

부드러움들의

여격 μαλακότητι

부드러움에게

μαλακοτήτοιν

부드러움들에게

μαλακότησιν*

부드러움들에게

대격 μαλακότητα

부드러움을

μαλακότητε

부드러움들을

μαλακότητας

부드러움들을

호격 μαλακότη

부드러움아

μαλακότητε

부드러움들아

μαλακότητες

부드러움들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "ἐάν τισ κεράσῃ σκληρὸν καὶ εὐόσμον μαλακῷ καὶ ἀόσμῳ, καθάπερ τὸν Ἡρακλεώτην καὶ τὸν Ἐρυθραῖον, τοῦ μὲν τὴν μαλακότητα, τοῦ δὲ τὴν εὐοσμίαν παρεχομένου. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 58 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 58 2:1)

  • ὅτι δ’ αὕτη λόγῳ δυσθεώρητοσ αἰσθήσει δ’ ἄληπτόσ ἐστι, μὴ παρὰ Σωκράτουσ σοφιστοῦ καὶ ἀλαζόνοσ ἀνδρόσ, ἀλλὰ παρὰ τῶν σοφῶν τούτων λάβωμεν, οἳ μέχρι τῶν περὶ σάρκα τῆσ ψυχῆσ δυνάμεων, αἷσ θερμότητα καὶ μαλακότητα καὶ τόνον παρέχει τῷ σώματι, τὴν οὐσίαν συμπηγνύντεσ αὐτῆσ ἔκ τινοσ θερμοῦ καὶ πνευματικοῦ καὶ ἀερώδουσ οὐκ ἐξικνοῦνται πρὸσ τὸ κυριώτατον ἀλλ’ ἀπαγορεύουσι. (Plutarch, Adversus Colotem, section 207)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 207)

  • ὥσπερ οὖν ὁ γεωργίασ ἄπειροσ οὐκ ἂν ἀσπάσαιτο χώραν ἰδὼν λόχμησ ἔμπλεων δασείασ καὶ φυτῶν ἀγρίων καὶ θηρία πολλὰ καὶ ῥεύματα καὶ πολὺν ἔχουσαν πηλόν, ἀλλὰ τῷ μεμαθηκότι διαισθάνεσθαι καὶ κρίνειν, αὐτὰ ταῦτα τὴν ἰσχὺν καὶ,πάνθ’ ὅσ’ ὑποδείκνυσι καὶ τὴν μαλακότητα τῆσ γῆσ· (Plutarch, De sera numinis vindicta, section 617)

    (플루타르코스, De sera numinis vindicta, section 617)

  • ἄλλο τι τοῦ μὲν σκληροῦ τὴν σκληρότητα διὰ τῆσ ἐπαφῆσ αἰσθήσεται, καὶ τοῦ μαλακοῦ τὴν μαλακότητα ὡσαύτωσ; (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 268:2)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 268:2)

  • ὅσα δέ γε αὖ τὴν μὲν συστροφὴν χαύνην λαμβάνει, τῇ δὲ τοῦ στήμονοσ ἐμπλέξει πρὸσ τὴν τῆσ γνάψεωσ ὁλκὴν ἐμμέτρωσ τὴν μαλακότητα ἴσχει, ταῦτ’ ἄρα κρόκην μὲν τὰ νηθέντα, τὴν δὲ ἐπιτεταγμένην αὐτοῖσ εἶναι τέχνην τὴν κροκονητικὴν φῶμεν. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 155:9)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 155:9)

유의어

  1. 연악함

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION