- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λωτός?

2군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: lōtos 고전 발음: [로:또] 신약 발음: [로또]

기본형: λωτός λωτοῦ

형태분석: λωτ (어간) + ος (어미)

  1. 티비아, 경골로 만든 관악기, 갈대나 사탕수수로 만들어진 것
  1. the lotus
  2. the Greek lotus, clover or trefoil
  3. the Cyrenean lotus, Lotophagi
  4. the Egyptian lotus, the lily of the Nile
  5. a North-African tree;, a flute

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ μέν γε τοῦ Ὀδυσσέως ἑταῖροι γλυκύν τινα τὸν λωτὸν ἐσθίοντες ἠμέλουν τῶν ἄλλων καὶ πρὸς τὸ παρὸν ἡδὺ τῶν καλῶς ἐχόντων κατεφρόνουν ὥστε οὐ πάντῃ ἄλογος αὐτῶν ἡ λήθη τοῦ καλοῦ, πρὸς τῷ ἡδεῖ ἐκείνῳ τῆς ψυχῆς διατριβούσης. (Lucian, De mercede, (no name) 8:5)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 8:5)

  • ὁ δὲ ἀπ ἀρχῆς ἀρξάμενος, ὦ ἑταῖρε, περὶ τούτων λέγειν καὶ τὴν ἑαυτοῦ γνώμην διηγεῖσθαι τοσαύτην τινά μου λόγων ἀμβροσίαν κατεσκέδασεν, ὥστε καὶ τὰς Σειρῆνας ἐκείνας, εἴ τινες ἄρα ἐγένοντο, καὶ τὰς ἀηδόνας καὶ τὸν Ὁμήρου λωτὸν ἀρχαῖον ἀποδεῖξαι: (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 3:3)

    (루키아노스, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 3:3)

  • πτεροφόροι νεάνιδες, παρθένοι Χθονὸς κόραι Σειρῆνες, εἴθ ἐμοῖς γόοις μόλοιτ ἔχουσαι Λίβυν λωτὸν ἢ σύριγγας ἢ φόρμιγγας, αἰλίνοις κακοῖς τοῖς ἐμοῖσι σύνοχα δάκρυα: (Euripides, Helen, choral, strophe 11)

    (에우리피데스, Helen, choral, strophe 11)

  • καὶ Παγκράτης τις τῶν ἐπιχωρίων ποιητής ὃν καὶ ἡμεῖς ἔγνωμεν, Ἀδριανῷ τῷ αὐτοκράτορι ἐπιδημήσαντι τῇ Ἀλεξανδρείᾳ μετὰ πολλῆς τερατείας ἐπέδειξεν τὸν ῥοδίζοντα λωτόν, φάσκων αὐτὸν δεῖν καλεῖν Ἀντινόειον, ἀναπεμφθέντα ὑπὸ τῆς γῆς ὅτε τὸ αἷμα ἐδέξατο τοῦ Μαυρουσίου λέοντος, ὃν κατὰ τὴν πλησίον τῇ Ἀλεξανδρείᾳ Λιβύην ἐν κυνηγίῳ καταβεβλήκει ὁ Ἀδριανός, μέγα χρῆμα ὄντα καὶ πολλῷ χρόνῳ κατανεμηθέντα πᾶσαν τὴν Λιβύην, ἧς καὶ πολλὰ ἀοίκητα ἐπεποιήκει οὗτος ὁ λέων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 21 1:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 21 1:2)

  • καὶ Κρατῖνος δ ὁ κωμῳδιοποιὸς ἐν Ὀδυσσεῦσι κέκληκεν τὸν λωτὸν στεφάνωμα διὰ τὸ πάντα τὰ φυλλώδη ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων στεφανώματα λέγεσθαι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 21 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 21 2:1)

유의어

  1. the lotus

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION