헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταδρομή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καταδρομή

형태분석: καταδρομ (어간) + η (어미)

어원: katadramei=n

  1. 독설, 침해, 침략, 잠식, 남용
  1. an inroad, raid, a vehement attack, invective

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 καταδρομή

독설이

καταδρομᾱ́

독설들이

καταδρομαί

독설들이

속격 καταδρομῆς

독설의

καταδρομαῖν

독설들의

καταδρομῶν

독설들의

여격 καταδρομῇ

독설에게

καταδρομαῖν

독설들에게

καταδρομαῖς

독설들에게

대격 καταδρομήν

독설을

καταδρομᾱ́

독설들을

καταδρομᾱ́ς

독설들을

호격 καταδρομή

독설아

καταδρομᾱ́

독설들아

καταδρομαί

독설들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ μὲν ἔστι μοι κατὰ Πλάτωνοσ λόγοσ τισ καταδρομὴν περιέχων τοῦ ἀνδρὸσ ὥσ2περ Ζωί̈λῳ τῷ ῥήτορι, ἀσεβεῖν ὁμολογῶ· (Dionysius of Halicarnassus, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 1 4:2)

    (디오니시오스, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 1 4:2)

  • ὁ δὲ πολιτικὸσ αὐτοῦ διάλογοσ ἁπάντων καταδρομὴν περιέχει τῶν Ἀθήνησιν δημαγωγῶν, ὁ δ’ Ἀρχέλαοσ Γοργίου τοῦ ῥήτοροσ, ἡ δ’ Ἀσπασία τῶν Περικλέουσ υἱῶν Ξανθίππου καὶ Παράλου διαβολήν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 633)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 633)

  • ἐνστάσησ δὲ τῆσ ἡμέρασ, ὑφ’ ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν ἅμα καιρὸν ὁρμήσαντεσ ἐτράποντο πρὸσ καταδρομὴν καὶ διαρπαγὴν τῶν πόλεων, ὥστε ὡρ́ᾳ μιᾷ πεντεκαίδεκα ἀνθρώπων ἐξανδραποδισθῆναι μυριάδασ, ἑβδομήκοντα δὲ πόλεισ πορθηθῆναι, γενέσθαι δ’ ἀπὸ τοσαύτησ φθορᾶσ καὶ πανωλεθρίασ ἑκάστῳ στρατιώτῃ τὴν δόσιν οὐ μείζον’ ἕνδεκα δραχμῶν, φρῖξαι δὲ πάντασ ἀνθρώπουσ τὸ τοῦ πολέμου τέλοσ, εἰσ μικρὸν οὕτω τὸ καθ’ ἕκαστον λῆμμα καὶ κέρδοσ ἔθνουσ ὅλου κατακερματισθέντοσ. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 29 3:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 29 3:1)

  • ὑφορῶμαί τινα πρὸσ ταῦτα καταδρομὴν ἀνθρώπων τῆσ μὲν ἐγκυκλίου παιδείασ ἀπείρων, τὸ δὲ ἀγοραῖον τῆσ ῥητορικῆσ μέροσ ὁδοῦ τε καὶ τέχνησ χωρὶσ ἐπιτηδευόντων, πρὸσ οὓσ ἀναγκαῖον ἀπολογήσασθαι, μὴ δόξωμεν ἔρημον ἀφηκέναι τὸν ἀγῶνα. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2561)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 2561)

  • καὶ μετὰ ταῦτα πάλιν καταδρομὴν αὐτοῦ ποιησάμενοσ ὡσ ἐδανείσατο, ὡσ οὔτε τόκουσ οὔτε τἀρχαῖον ἀπεδίδου, καὶ ὅτι ὑπερήμεροσ ἐγένετο γνώμῃ δικαστηρίου ἐρήμην καταδικασθείσ, καὶ ὡσ ἠνεχυράσθη οἰκέτησ αὐτοῦ στιγματίασ, καὶ πολλὰ ἄλλα κατειπὼν αὐτοῦ ἐπιλέγει ταῦτα· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 951)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 951)

유의어

  1. 독설

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION