헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γραμμή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 수학 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: γραμμή

형태분석: γραμμ (어간) + η (어미)

어원: gra/fw

  1. 모양, 윤곽
  1. a stroke or line of a pen, a line as in mathematical figures, (in forming letters) a line traced by a teacher
  2. an outline

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὅταν ἐγερθῇ ὁ βασιλεύσ, δώσουσιν αὐτῷ τὸ γράμμα, καὶ ὃν ἂν κρίνῃ ὁ βασιλεὺσ καὶ οἱ τρεῖσ μεγιστᾶνεσ τῆσ Περσίδοσ ὅτι οὗ ὁ λόγοσ αὐτοῦ σοφώτεροσ, αὐτῷ δοθήσεται τὸ νῖκοσ καθὼσ γέγραπται. (Septuagint, Liber Esdrae I 3:9)

    (70인역 성경, 에즈라기 3:9)

  • καὶ ὅτε ἐξηγέρθη ὁ βασιλεύσ, λαβόντεσ τὸ γράμμα ἔδωκαν αὐτῷ, καὶ ἀνέγνω. (Septuagint, Liber Esdrae I 3:13)

    (70인역 성경, 에즈라기 3:13)

  • καὶ ἐξαποστείλασ ἐκάλεσε πάντασ τοὺσ μεγιστᾶνασ τῆσ Περσίδοσ καὶ τῆσ Μηδείασ καὶ τοὺσ σατράπασ καὶ στρατηγοὺσ καὶ τοπάρχασ καὶ ὑπάτουσ καὶ ἐκάθισεν ἐν τῷ χρηματιστηρίῳ, καὶ ἀνεγνώσθη τὸ γράμμα ἐνώπιον αὐτῶν. (Septuagint, Liber Esdrae I 3:14)

    (70인역 성경, 에즈라기 3:14)

  • ὅτι δὲ ἀνεξίκακόν εἰμι γράμμα, μαρτυρεῖτέ μοι καὶ αὐτοὶ μηδέποτε ἐγκαλέσαντι τῷ Ζῆτα σμάραγδον ἀποσπάσαντι καὶ πᾶσαν ἀφελομένῳ Σμύρναν, μηδὲ τῷ Ξῖ πᾶσαν παραβάντι συνθήκην καὶ τὸν συγγραφέα τῶν τοιούτων ἔχοντι Θουκυδίδην σύμμαχον τῷ μὲν γὰρ γείτονί μου Ῥῶ νοσήσαντι συγγνώμη, καὶ παρ’ αὐτῷ φυτεύσαντί μου τὰσ μυρρίνασ καὶ παίσαντί μέ ποτε ὑπὸ μελαγχολίασ ἐπὶ κόρρησ. (Lucian, Judicium vocalium, (no name) 9:3)

    (루키아노스, Judicium vocalium, (no name) 9:3)

  • νὴ Δί’, ὦ Λυκῖνε, γράμμα ἐστὶν τητινόν τι τῶν ἐμῶν κομιδῇ νεοχμόν. (Lucian, Lexiphanes, (no name) 1:2)

    (루키아노스, Lexiphanes, (no name) 1:2)

유의어

  1. 모양

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION