헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐχθραίνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐχθραίνω

형태분석: ἐχθραίν (어간) + ω (인칭어미)

어원: e)xqro/s

  1. 싫어하다, 미워하다
  1. to hate

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐχθραίνω

(나는) 싫어한다

ἐχθραίνεις

(너는) 싫어한다

ἐχθραίνει

(그는) 싫어한다

쌍수 ἐχθραίνετον

(너희 둘은) 싫어한다

ἐχθραίνετον

(그 둘은) 싫어한다

복수 ἐχθραίνομεν

(우리는) 싫어한다

ἐχθραίνετε

(너희는) 싫어한다

ἐχθραίνουσιν*

(그들은) 싫어한다

접속법단수 ἐχθραίνω

(나는) 싫어하자

ἐχθραίνῃς

(너는) 싫어하자

ἐχθραίνῃ

(그는) 싫어하자

쌍수 ἐχθραίνητον

(너희 둘은) 싫어하자

ἐχθραίνητον

(그 둘은) 싫어하자

복수 ἐχθραίνωμεν

(우리는) 싫어하자

ἐχθραίνητε

(너희는) 싫어하자

ἐχθραίνωσιν*

(그들은) 싫어하자

기원법단수 ἐχθραίνοιμι

(나는) 싫어하기를 (바라다)

ἐχθραίνοις

(너는) 싫어하기를 (바라다)

ἐχθραίνοι

(그는) 싫어하기를 (바라다)

쌍수 ἐχθραίνοιτον

(너희 둘은) 싫어하기를 (바라다)

ἐχθραινοίτην

(그 둘은) 싫어하기를 (바라다)

복수 ἐχθραίνοιμεν

(우리는) 싫어하기를 (바라다)

ἐχθραίνοιτε

(너희는) 싫어하기를 (바라다)

ἐχθραίνοιεν

(그들은) 싫어하기를 (바라다)

명령법단수 έ̓χθραινε

(너는) 싫어해라

ἐχθραινέτω

(그는) 싫어해라

쌍수 ἐχθραίνετον

(너희 둘은) 싫어해라

ἐχθραινέτων

(그 둘은) 싫어해라

복수 ἐχθραίνετε

(너희는) 싫어해라

ἐχθραινόντων, ἐχθραινέτωσαν

(그들은) 싫어해라

부정사 ἐχθραίνειν

싫어하는 것

분사 남성여성중성
ἐχθραινων

ἐχθραινοντος

ἐχθραινουσα

ἐχθραινουσης

ἐχθραινον

ἐχθραινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐχθραίνομαι

(나는) 싫어된다

ἐχθραίνει, ἐχθραίνῃ

(너는) 싫어된다

ἐχθραίνεται

(그는) 싫어된다

쌍수 ἐχθραίνεσθον

(너희 둘은) 싫어된다

ἐχθραίνεσθον

(그 둘은) 싫어된다

복수 ἐχθραινόμεθα

(우리는) 싫어된다

ἐχθραίνεσθε

(너희는) 싫어된다

ἐχθραίνονται

(그들은) 싫어된다

접속법단수 ἐχθραίνωμαι

(나는) 싫어되자

ἐχθραίνῃ

(너는) 싫어되자

ἐχθραίνηται

(그는) 싫어되자

쌍수 ἐχθραίνησθον

(너희 둘은) 싫어되자

ἐχθραίνησθον

(그 둘은) 싫어되자

복수 ἐχθραινώμεθα

(우리는) 싫어되자

ἐχθραίνησθε

(너희는) 싫어되자

ἐχθραίνωνται

(그들은) 싫어되자

기원법단수 ἐχθραινοίμην

(나는) 싫어되기를 (바라다)

ἐχθραίνοιο

(너는) 싫어되기를 (바라다)

ἐχθραίνοιτο

(그는) 싫어되기를 (바라다)

쌍수 ἐχθραίνοισθον

(너희 둘은) 싫어되기를 (바라다)

ἐχθραινοίσθην

(그 둘은) 싫어되기를 (바라다)

복수 ἐχθραινοίμεθα

(우리는) 싫어되기를 (바라다)

ἐχθραίνοισθε

(너희는) 싫어되기를 (바라다)

ἐχθραίνοιντο

(그들은) 싫어되기를 (바라다)

명령법단수 ἐχθραίνου

(너는) 싫어되어라

ἐχθραινέσθω

(그는) 싫어되어라

쌍수 ἐχθραίνεσθον

(너희 둘은) 싫어되어라

ἐχθραινέσθων

(그 둘은) 싫어되어라

복수 ἐχθραίνεσθε

(너희는) 싫어되어라

ἐχθραινέσθων, ἐχθραινέσθωσαν

(그들은) 싫어되어라

부정사 ἐχθραίνεσθαι

싫어되는 것

분사 남성여성중성
ἐχθραινομενος

ἐχθραινομενου

ἐχθραινομενη

ἐχθραινομενης

ἐχθραινομενον

ἐχθραινομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ή̓χθραινον

(나는) 싫어하고 있었다

ή̓χθραινες

(너는) 싫어하고 있었다

ή̓χθραινεν*

(그는) 싫어하고 있었다

쌍수 ἠχθραίνετον

(너희 둘은) 싫어하고 있었다

ἠχθραινέτην

(그 둘은) 싫어하고 있었다

복수 ἠχθραίνομεν

(우리는) 싫어하고 있었다

ἠχθραίνετε

(너희는) 싫어하고 있었다

ή̓χθραινον

(그들은) 싫어하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἠχθραινόμην

(나는) 싫어되고 있었다

ἠχθραίνου

(너는) 싫어되고 있었다

ἠχθραίνετο

(그는) 싫어되고 있었다

쌍수 ἠχθραίνεσθον

(너희 둘은) 싫어되고 있었다

ἠχθραινέσθην

(그 둘은) 싫어되고 있었다

복수 ἠχθραινόμεθα

(우리는) 싫어되고 있었다

ἠχθραίνεσθε

(너희는) 싫어되고 있었다

ἠχθραίνοντο

(그들은) 싫어되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐχθραίνετε τοῖσ Μαδιηναίοισ καὶ πατάξατε αὐτούσ, (Septuagint, Liber Numeri 25:17)

    (70인역 성경, 민수기 25:17)

  • καὶ προσάξετε ἐγγὺσ υἱῶν Ἀμμάν. μὴ ἐχθραίνετε αὐτοῖσ μηδὲ συνάψητε αὐτοῖσ εἰσ πόλεμον. οὐ γὰρ μὴ δῶ ἀπὸ τῆσ γῆσ υἱῶν Ἀμμάν σοι ἐν κλήρῳ, ὅτι τοῖσ υἱοῖσ Λὼτ δέδωκα αὐτὴν ἐν κλήρῳ. . (Septuagint, Liber Deuteronomii 2:16)

    (70인역 성경, 신명기 2:16)

유의어

  1. 싫어하다

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION