헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐχερής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εὐχερής εὐχερές

형태분석: εὐχερη (어간) + ς (어미)

어원: xei/rh

  1. 쉬운, 가벼운, 편안한, 밝은, 편한
  2. 친절한, 저런, 양보하는, 모든 종류의, 유연한
  3. 맹목적, 무분별한, 거리낌 없는
  1. easily handled, easy to deal with, easy, light
  2. manageable, accommodating, kind, yielding
  3. unscrupulous, reckless

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 εὐχερής

쉬운 (이)가

εύ̓χερες

쉬운 (것)가

속격 εὐχερούς

쉬운 (이)의

εὐχέρους

쉬운 (것)의

여격 εὐχερεί

쉬운 (이)에게

εὐχέρει

쉬운 (것)에게

대격 εὐχερή

쉬운 (이)를

εύ̓χερες

쉬운 (것)를

호격 εὐχερές

쉬운 (이)야

εύ̓χερες

쉬운 (것)야

쌍수주/대/호 εὐχερεί

쉬운 (이)들이

εὐχέρει

쉬운 (것)들이

속/여 εὐχεροίν

쉬운 (이)들의

εὐχέροιν

쉬운 (것)들의

복수주격 εὐχερείς

쉬운 (이)들이

εὐχέρη

쉬운 (것)들이

속격 εὐχερών

쉬운 (이)들의

εὐχέρων

쉬운 (것)들의

여격 εὐχερέσιν*

쉬운 (이)들에게

εὐχέρεσιν*

쉬운 (것)들에게

대격 εὐχερείς

쉬운 (이)들을

εὐχέρη

쉬운 (것)들을

호격 εὐχερείς

쉬운 (이)들아

εὐχέρη

쉬운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλὰ ῥᾷστά γε, ὦ οὗτοσ, καὶ πᾶσιν εὐχερῆ μετελθεῖν οὐ γάρ σοι δεήσει παιδείασ καὶ λόγων καὶ λήρων, ἀλλ’ ἐπίτομοσ αὕτη σοι πρὸσ δόξαν ἡ ὁδόσ· (Lucian, Vitarum auctio, (no name) 11:3)

    (루키아노스, Vitarum auctio, (no name) 11:3)

  • ἔνιοι μὲν οὖν φασιν παῖδασ ὄντασ αὐτοὺσ καὶ συντρεφομένουσ ἀπ’ ἀρχῆσ ἐν παντὶ καὶ σπουδῆσ ἐχομένῳ καὶ παιδιᾶσ πράγματι καὶ λόγῳ διαφέρεσθαι πρὸσ ἀλλήλουσ, καὶ τὰσ φύσεισ εὐθὺσ ὑπὸ τῆσ φιλονεικίασ ἐκείνησ ἀνακαλύπτεσθαι, τὴν μὲν εὐχερῆ καὶ παράβολον καὶ πανοῦργον οὖσαν καὶ μετ’ ὀξύτητοσ ἐπὶ πάντα ῥᾳδίωσ φερομένην, τὴν δ’ ἱδρυμένην ἐν ἤθει βεβαίῳ καὶ πρὸσ τὸ δίκαιον ἀτενῆ, ψεῦδοσ δὲ καὶ βωμολοχίαν καὶ ἀπάτην οὐδ’ ἐν παιδιᾶσ τινι τρόπῳ προσιεμένην. (Plutarch, , chapter 2 1:2)

    (플루타르코스, , chapter 2 1:2)

  • καὶ παραλείψεισ περιβολὴν ποιοῦσιν, ὡσ ἐν τῷ κατὰ Μειδίου, ὅσα μὲν οὖν ἢ τοὺσ χορευτάσ, ἐναντιούμενοσ ἡμῖν ἀφεθῆναι τῆσ στρατείασ, ἠνώχλησεν, ἢ προβαλλόμενοσ ἑαυτὸν εἰσ Διονύσια χειροτονεῖν ἐπιμελητήν, καὶ τὰ ἄλλα πάντα ὅσα τοιαῦτα ἐάσω, καὶ πάλιν ὅτι μὲν γραφὴν λειποταξίου κατεσκεύασε κατ’ ἐμοῦ καὶ τὸν τοῦτο ποιήσαντα ἐμισθώσατο, τὸν μιαρὸν καὶ λίαν εὐχερῆ, τὸν κονιορτὸν Εὐκτήμονα, ἐάσω. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 14:1)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 14:1)

  • ἀποδοκιμαζούσησ δὲ πάντα καὶ πάνυ κατεγχλιδώσησ τῷ βασιλεῖ , νάρδον τινὰ διένευσ1’ ἐνεγκεῖν εὐχερῆ, τῇ χειρί τε ταἰδοῖον ἀποτρίψασ, θιγὼν τοῖσ δακτύλοισ τουτὶ γε, Λάμια, φησίν, ὀσφράνθητι καὶ εἴσει παρὰ τἄλλα διαφορὰν ὅσην ἔχει. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 39 1:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 39 1:4)

  • οὐδὲν θαυμαστόν, οὐκ ἔχοντεσ γὰρ ἑτέραν ἡδονὴν ταύτησ καλλίω οὐδὲ μᾶλλον εὐχερῆ καταφεύγουσιν εἰκότωσ ἐπὶ τὸν οἶνον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 4 1:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 4 1:2)

유의어

  1. 쉬운

  2. 맹목적

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION