헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐσταθής

3군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εὐσταθής εὐσταθές

형태분석: εὐσταθη (어간) + ς (어미)

어원: i(/stamai

  1. well-based, well-built

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 εὐσταθής

(이)가

εύ̓σταθες

(것)가

속격 εὐσταθούς

(이)의

εὐστάθους

(것)의

여격 εὐσταθεί

(이)에게

εὐστάθει

(것)에게

대격 εὐσταθή

(이)를

εύ̓σταθες

(것)를

호격 εὐσταθές

(이)야

εύ̓σταθες

(것)야

쌍수주/대/호 εὐσταθεί

(이)들이

εὐστάθει

(것)들이

속/여 εὐσταθοίν

(이)들의

εὐστάθοιν

(것)들의

복수주격 εὐσταθείς

(이)들이

εὐστάθη

(것)들이

속격 εὐσταθών

(이)들의

εὐστάθων

(것)들의

여격 εὐσταθέσιν*

(이)들에게

εὐστάθεσιν*

(것)들에게

대격 εὐσταθείς

(이)들을

εὐστάθη

(것)들을

호격 εὐσταθείς

(이)들아

εὐστάθη

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὃν δεῖ τοὺσ ἄλλουσ ἐπισκοπεῖν, τοὺσ γεγαμηκότασ, τοὺσ πεπαιδοποιημένουσ, τίσ καλῶσ χρῆται τῇ αὑτοῦ γυναικί, τίσ κακῶσ, τίσ διαφέρεται, ποία οἰκία εὐσταθεῖ, ποία οὔ, ὡσ ἰατρὸν περιερχόμενον καὶ τῶν σφυγμῶν ἁπτόμενον; (Epictetus, Works, book 3, 72:3)

    (에픽테토스, Works, book 3, 72:3)

  • ὅταν οὖν γένηται Καίσαροσ φίλοσ, πέπαυται κωλυόμενοσ, πέπαυται ἀναγκαζόμενοσ, εὐσταθεῖ, εὐροεῖ; (Epictetus, Works, book 4, 46:3)

    (에픽테토스, Works, book 4, 46:3)

유의어

  1. well-based

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION