Ancient Greek-English Dictionary Language

ἐρίδουπος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἐρίδουπος ἐρίδουπον

Structure: ἐριδουπ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: = e)ri/gdoupos, Hom.

Sense

Examples

  • ἐκ δ’ ἔλασαν προθύροιο καὶ αἰθούσησ ἐριδούπου· (Homer, Odyssey, Book 3 50:2)
  • αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιοσ καὶ ἐδητύοσ ἐξ ἔρον ἕντο, δὴ τότε Τηλέμαχοσ καὶ Νέστοροσ ἀγλαὸσ υἱὸσ ἵππουσ τε ζεύγνυντ’ ἀνά θ’ ἁρ́ματα ποικίλ’ ἔβαινον, ἐκ δ’ ἔλασαν προθύροιο καὶ αἰθούσησ ἐριδούπου. (Homer, Odyssey, Book 15 15:12)
  • ἦμοσ δ’ ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλοσ Ηὤσ, ἵππουσ τε ζεύγνυντ’ ἀνά θ’ ἁρ́ματα ποικίλ’ ἔβαινον, ἐκ δ’ ἔλασαν προθύροιο καὶ αἰθούσησ ἐριδούπου· (Homer, Odyssey, Book 15 25:1)
  • σπερχόμενοσ δ’ ὃ γεραιὸσ ἑοῦ ἐπεβήσετο δίφρου, ἐκ δ’ ἔλασε προθύροιο καὶ αἰθούσησ ἐριδούπου. (Homer, Iliad, Book 24 30:1)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION