헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιγνωρίζω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπιγνωρίζω ἐπιγνωριῶ

형태분석: ἐπι (접두사) + γνωρίζ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 알리다, 알게 하다, 공표하다
  1. to make known, announce

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιγνωρίζω

(나는) 알린다

ἐπιγνωρίζεις

(너는) 알린다

ἐπιγνωρίζει

(그는) 알린다

쌍수 ἐπιγνωρίζετον

(너희 둘은) 알린다

ἐπιγνωρίζετον

(그 둘은) 알린다

복수 ἐπιγνωρίζομεν

(우리는) 알린다

ἐπιγνωρίζετε

(너희는) 알린다

ἐπιγνωρίζουσιν*

(그들은) 알린다

접속법단수 ἐπιγνωρίζω

(나는) 알리자

ἐπιγνωρίζῃς

(너는) 알리자

ἐπιγνωρίζῃ

(그는) 알리자

쌍수 ἐπιγνωρίζητον

(너희 둘은) 알리자

ἐπιγνωρίζητον

(그 둘은) 알리자

복수 ἐπιγνωρίζωμεν

(우리는) 알리자

ἐπιγνωρίζητε

(너희는) 알리자

ἐπιγνωρίζωσιν*

(그들은) 알리자

기원법단수 ἐπιγνωρίζοιμι

(나는) 알리기를 (바라다)

ἐπιγνωρίζοις

(너는) 알리기를 (바라다)

ἐπιγνωρίζοι

(그는) 알리기를 (바라다)

쌍수 ἐπιγνωρίζοιτον

(너희 둘은) 알리기를 (바라다)

ἐπιγνωριζοίτην

(그 둘은) 알리기를 (바라다)

복수 ἐπιγνωρίζοιμεν

(우리는) 알리기를 (바라다)

ἐπιγνωρίζοιτε

(너희는) 알리기를 (바라다)

ἐπιγνωρίζοιεν

(그들은) 알리기를 (바라다)

명령법단수 ἐπιγνώριζε

(너는) 알려라

ἐπιγνωριζέτω

(그는) 알려라

쌍수 ἐπιγνωρίζετον

(너희 둘은) 알려라

ἐπιγνωριζέτων

(그 둘은) 알려라

복수 ἐπιγνωρίζετε

(너희는) 알려라

ἐπιγνωριζόντων, ἐπιγνωριζέτωσαν

(그들은) 알려라

부정사 ἐπιγνωρίζειν

알리는 것

분사 남성여성중성
ἐπιγνωριζων

ἐπιγνωριζοντος

ἐπιγνωριζουσα

ἐπιγνωριζουσης

ἐπιγνωριζον

ἐπιγνωριζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιγνωρίζομαι

(나는) 알려진다

ἐπιγνωρίζει, ἐπιγνωρίζῃ

(너는) 알려진다

ἐπιγνωρίζεται

(그는) 알려진다

쌍수 ἐπιγνωρίζεσθον

(너희 둘은) 알려진다

ἐπιγνωρίζεσθον

(그 둘은) 알려진다

복수 ἐπιγνωριζόμεθα

(우리는) 알려진다

ἐπιγνωρίζεσθε

(너희는) 알려진다

ἐπιγνωρίζονται

(그들은) 알려진다

접속법단수 ἐπιγνωρίζωμαι

(나는) 알려지자

ἐπιγνωρίζῃ

(너는) 알려지자

ἐπιγνωρίζηται

(그는) 알려지자

쌍수 ἐπιγνωρίζησθον

(너희 둘은) 알려지자

ἐπιγνωρίζησθον

(그 둘은) 알려지자

복수 ἐπιγνωριζώμεθα

(우리는) 알려지자

ἐπιγνωρίζησθε

(너희는) 알려지자

ἐπιγνωρίζωνται

(그들은) 알려지자

기원법단수 ἐπιγνωριζοίμην

(나는) 알려지기를 (바라다)

ἐπιγνωρίζοιο

(너는) 알려지기를 (바라다)

ἐπιγνωρίζοιτο

(그는) 알려지기를 (바라다)

쌍수 ἐπιγνωρίζοισθον

(너희 둘은) 알려지기를 (바라다)

ἐπιγνωριζοίσθην

(그 둘은) 알려지기를 (바라다)

복수 ἐπιγνωριζοίμεθα

(우리는) 알려지기를 (바라다)

ἐπιγνωρίζοισθε

(너희는) 알려지기를 (바라다)

ἐπιγνωρίζοιντο

(그들은) 알려지기를 (바라다)

명령법단수 ἐπιγνωρίζου

(너는) 알려져라

ἐπιγνωριζέσθω

(그는) 알려져라

쌍수 ἐπιγνωρίζεσθον

(너희 둘은) 알려져라

ἐπιγνωριζέσθων

(그 둘은) 알려져라

복수 ἐπιγνωρίζεσθε

(너희는) 알려져라

ἐπιγνωριζέσθων, ἐπιγνωριζέσθωσαν

(그들은) 알려져라

부정사 ἐπιγνωρίζεσθαι

알려지는 것

분사 남성여성중성
ἐπιγνωριζομενος

ἐπιγνωριζομενου

ἐπιγνωριζομενη

ἐπιγνωριζομενης

ἐπιγνωριζομενον

ἐπιγνωριζομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιγνωρίω

(나는) 알리겠다

ἐπιγνωρίεις

(너는) 알리겠다

ἐπιγνωρίει

(그는) 알리겠다

쌍수 ἐπιγνωρίειτον

(너희 둘은) 알리겠다

ἐπιγνωρίειτον

(그 둘은) 알리겠다

복수 ἐπιγνωρίουμεν

(우리는) 알리겠다

ἐπιγνωρίειτε

(너희는) 알리겠다

ἐπιγνωρίουσιν*

(그들은) 알리겠다

기원법단수 ἐπιγνωρίοιμι

(나는) 알리겠기를 (바라다)

ἐπιγνωρίοις

(너는) 알리겠기를 (바라다)

ἐπιγνωρίοι

(그는) 알리겠기를 (바라다)

쌍수 ἐπιγνωρίοιτον

(너희 둘은) 알리겠기를 (바라다)

ἐπιγνωριοίτην

(그 둘은) 알리겠기를 (바라다)

복수 ἐπιγνωρίοιμεν

(우리는) 알리겠기를 (바라다)

ἐπιγνωρίοιτε

(너희는) 알리겠기를 (바라다)

ἐπιγνωρίοιεν

(그들은) 알리겠기를 (바라다)

부정사 ἐπιγνωρίειν

알릴 것

분사 남성여성중성
ἐπιγνωριων

ἐπιγνωριουντος

ἐπιγνωριουσα

ἐπιγνωριουσης

ἐπιγνωριουν

ἐπιγνωριουντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιγνωρίουμαι

(나는) 알려지겠다

ἐπιγνωρίει, ἐπιγνωρίῃ

(너는) 알려지겠다

ἐπιγνωρίειται

(그는) 알려지겠다

쌍수 ἐπιγνωρίεισθον

(너희 둘은) 알려지겠다

ἐπιγνωρίεισθον

(그 둘은) 알려지겠다

복수 ἐπιγνωριοῦμεθα

(우리는) 알려지겠다

ἐπιγνωρίεισθε

(너희는) 알려지겠다

ἐπιγνωρίουνται

(그들은) 알려지겠다

기원법단수 ἐπιγνωριοίμην

(나는) 알려지겠기를 (바라다)

ἐπιγνωρίοιο

(너는) 알려지겠기를 (바라다)

ἐπιγνωρίοιτο

(그는) 알려지겠기를 (바라다)

쌍수 ἐπιγνωρίοισθον

(너희 둘은) 알려지겠기를 (바라다)

ἐπιγνωριοίσθην

(그 둘은) 알려지겠기를 (바라다)

복수 ἐπιγνωριοίμεθα

(우리는) 알려지겠기를 (바라다)

ἐπιγνωρίοισθε

(너희는) 알려지겠기를 (바라다)

ἐπιγνωρίοιντο

(그들은) 알려지겠기를 (바라다)

부정사 ἐπιγνωρίεισθαι

알려질 것

분사 남성여성중성
ἐπιγνωριουμενος

ἐπιγνωριουμενου

ἐπιγνωριουμενη

ἐπιγνωριουμενης

ἐπιγνωριουμενον

ἐπιγνωριουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπεγνώριζον

(나는) 알리고 있었다

ἐπεγνώριζες

(너는) 알리고 있었다

ἐπεγνώριζεν*

(그는) 알리고 있었다

쌍수 ἐπεγνωρίζετον

(너희 둘은) 알리고 있었다

ἐπεγνωριζέτην

(그 둘은) 알리고 있었다

복수 ἐπεγνωρίζομεν

(우리는) 알리고 있었다

ἐπεγνωρίζετε

(너희는) 알리고 있었다

ἐπεγνώριζον

(그들은) 알리고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπεγνωριζόμην

(나는) 알려지고 있었다

ἐπεγνωρίζου

(너는) 알려지고 있었다

ἐπεγνωρίζετο

(그는) 알려지고 있었다

쌍수 ἐπεγνωρίζεσθον

(너희 둘은) 알려지고 있었다

ἐπεγνωριζέσθην

(그 둘은) 알려지고 있었다

복수 ἐπεγνωριζόμεθα

(우리는) 알려지고 있었다

ἐπεγνωρίζεσθε

(너희는) 알려지고 있었다

ἐπεγνωρίζοντο

(그들은) 알려지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ Γρᾶτοσ τῶν περὶ τὸ βασίλειόν τισ στρατιωτῶν θεασάμενοσ καὶ τοῦ μὲν ἀκριβωσομένου τὴν ὄψιν ἀμαθὴσ ὢν διὰ τὸν σκότον, τοῦ δὲ ἄνθρωπον εἶναι τὸν ὑπολοχῶντα κριτὴσ εἶναι μὴ ἀπηλλαγμένοσ, προσῄει τε ἐγγύτερον καὶ ὑποχωρεῖν ἠξιωκότοσ ἐπέκειτο καὶ καταλαβὼν ἐπιγνωρίζει "Γερμανικὸσ μὲν οὗτοσ, φησὶν πρὸσ τοὺσ ἑπομένουσ, καὶ στησώμεθα τοῦτον ἡγεμόνα φερό μενοι. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 19 246:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 19 246:1)

유의어

  1. 알리다

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION