헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐκτροπή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐκτροπή

형태분석: ἐκτροπ (어간) + η (어미)

어원: e)ktre/pw

  1. 도망, 탈출, 비행, 피난
  2. 길, 도로, 로, 거리
  1. a turning off or aside
  2. a turning aside, escape, from
  3. a place to which one turns from, road, a resting-place

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὑμᾶσ δ’ ἰόντασ τοῖσιν ἐν τείχει χρεὼν Πριάμῳ τε καὶ γέρουσι σημῆναι νεκροὺσ θάπτειν κελεύθου λεωφόρου πρὸσ ἐκτροπάσ. (Euripides, Rhesus, episode, antistrophe 1 1:38)

    (에우리피데스, Rhesus, episode, antistrophe 1 1:38)

  • ἀλλ’ ὦνπερ ἕνεκα τήνδε τὴν σκευὴν ἔχων ἦλθον κατὰ σὴν μίμησιν, ἵνα μοι τοὺσ ξένουσ τοὺσ σοὺσ φράσειασ, εἰ δεοίμην, οἷσι σὺ ἐχρῶ τόθ’, ἡνίκ’ ἐπὶ τὸν Κέρβερον, τούτουσ φράσον μοι, λιμένασ ἀρτοπώλια πορνεῖ’ ἀναπαύλασ ἐκτροπὰσ κρήνασ ὁδοὺσ πόλεισ διαίτασ πανδοκευτρίασ, ὅπου κόρεισ ὀλίγιστοι. (Aristophanes, Frogs, Prologue 4:14)

    (아리스토파네스, Frogs, Prologue 4:14)

  • ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ περὶ τοὺσ ψόγουσ καὶ τὰσ καταιτιάσεισ γένοσ ἐπισφαλέσ ἐστι καὶ παρέχον ἐκτροπὰσ τοῖσ περὶ δόξαν νοσοῦσιν. (Plutarch, De Se Ipsum Citra Invidiam Laudando, section 201)

    (플루타르코스, De Se Ipsum Citra Invidiam Laudando, section 201)

  • ἅμα δὲ ἡμέρᾳ τῶν πυλῶν ἀνοιχθεισῶν καὶ τῆσ σάλπιγγοσ ἐγκελευσαμένησ, δρόμῳ καὶ ἀλαλαγμῷ προσπεσὼν τοῖσ πολεμίοισ εὐθὺσ ἐτρέψατο, καὶ κατεῖχε διώκων ᾗ μάλιστα φεύγειν ὑπενόει τὸν Ἀρίστιππον, ἐκτροπὰσ πολλὰσ τῶν χωρίων ἐχόντων. (Plutarch, Aratus, chapter 29 3:1)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 29 3:1)

  • ὥσπερ οὖν ἐν τοῖσ γυμνικοῖσ ἀγῶσιν ὁρᾶτε τοὺσ πύκτασ περὶ τῆσ στάσεωσ ἀλλήλοισ διαγωνιζομένουσ, οὕτω καὶ ὑμεῖσ ὅλην τὴν ἡμέραν ὑπὲρ τῆσ πόλεωσ περὶ τῆσ στάσεωσ αὐτῷ τοῦ λόγου μάχεσθε, καὶ μὴ ἐᾶτε αὐτὸν ἔξω τοῦ παρανόμου περιίστασθαι, ἀλλ’ ἐγκαθήμενοι καὶ ἐνεδρεύοντεσ ἐν τῇ ἀκροάσει, εἰσελαύνετε αὐτὸν εἰσ τοὺσ τοῦ παρανόμου λόγουσ, καὶ τὰσ ἐκτροπὰσ αὐτοῦ τῶν λόγων ἐπιτηρεῖτε. (Aeschines, Speeches, , section 2061)

    (아이스키네스, 연설, , section 2061)

유의어

  1. a turning off or aside

  2. 도망

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION