헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐκτανύω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐκτανύω ἐκτανύσω

형태분석: ἐκ (접두사) + τανύ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 뻗다, 도달하다, 내밀다, 떨어지게 하다
  1. to stretch out, lay low, to lie outstretched
  2. to stretch tight

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκτανύω

(나는) 뻗는다

ἐκτανύεις

(너는) 뻗는다

ἐκτανύει

(그는) 뻗는다

쌍수 ἐκτανύετον

(너희 둘은) 뻗는다

ἐκτανύετον

(그 둘은) 뻗는다

복수 ἐκτανύομεν

(우리는) 뻗는다

ἐκτανύετε

(너희는) 뻗는다

ἐκτανύουσιν*

(그들은) 뻗는다

접속법단수 ἐκτανύω

(나는) 뻗자

ἐκτανύῃς

(너는) 뻗자

ἐκτανύῃ

(그는) 뻗자

쌍수 ἐκτανύητον

(너희 둘은) 뻗자

ἐκτανύητον

(그 둘은) 뻗자

복수 ἐκτανύωμεν

(우리는) 뻗자

ἐκτανύητε

(너희는) 뻗자

ἐκτανύωσιν*

(그들은) 뻗자

기원법단수 ἐκτανύοιμι

(나는) 뻗기를 (바라다)

ἐκτανύοις

(너는) 뻗기를 (바라다)

ἐκτανύοι

(그는) 뻗기를 (바라다)

쌍수 ἐκτανύοιτον

(너희 둘은) 뻗기를 (바라다)

ἐκτανυοίτην

(그 둘은) 뻗기를 (바라다)

복수 ἐκτανύοιμεν

(우리는) 뻗기를 (바라다)

ἐκτανύοιτε

(너희는) 뻗기를 (바라다)

ἐκτανύοιεν

(그들은) 뻗기를 (바라다)

명령법단수 ἐκτάνυε

(너는) 뻗어라

ἐκτανυέτω

(그는) 뻗어라

쌍수 ἐκτανύετον

(너희 둘은) 뻗어라

ἐκτανυέτων

(그 둘은) 뻗어라

복수 ἐκτανύετε

(너희는) 뻗어라

ἐκτανυόντων, ἐκτανυέτωσαν

(그들은) 뻗어라

부정사 ἐκτανύειν

뻗는 것

분사 남성여성중성
ἐκτανυων

ἐκτανυοντος

ἐκτανυουσα

ἐκτανυουσης

ἐκτανυον

ἐκτανυοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκτανύομαι

(나는) 뻗힌다

ἐκτανύει, ἐκτανύῃ

(너는) 뻗힌다

ἐκτανύεται

(그는) 뻗힌다

쌍수 ἐκτανύεσθον

(너희 둘은) 뻗힌다

ἐκτανύεσθον

(그 둘은) 뻗힌다

복수 ἐκτανυόμεθα

(우리는) 뻗힌다

ἐκτανύεσθε

(너희는) 뻗힌다

ἐκτανύονται

(그들은) 뻗힌다

접속법단수 ἐκτανύωμαι

(나는) 뻗히자

ἐκτανύῃ

(너는) 뻗히자

ἐκτανύηται

(그는) 뻗히자

쌍수 ἐκτανύησθον

(너희 둘은) 뻗히자

ἐκτανύησθον

(그 둘은) 뻗히자

복수 ἐκτανυώμεθα

(우리는) 뻗히자

ἐκτανύησθε

(너희는) 뻗히자

ἐκτανύωνται

(그들은) 뻗히자

기원법단수 ἐκτανυοίμην

(나는) 뻗히기를 (바라다)

ἐκτανύοιο

(너는) 뻗히기를 (바라다)

ἐκτανύοιτο

(그는) 뻗히기를 (바라다)

쌍수 ἐκτανύοισθον

(너희 둘은) 뻗히기를 (바라다)

ἐκτανυοίσθην

(그 둘은) 뻗히기를 (바라다)

복수 ἐκτανυοίμεθα

(우리는) 뻗히기를 (바라다)

ἐκτανύοισθε

(너희는) 뻗히기를 (바라다)

ἐκτανύοιντο

(그들은) 뻗히기를 (바라다)

명령법단수 ἐκτανύου

(너는) 뻗혀라

ἐκτανυέσθω

(그는) 뻗혀라

쌍수 ἐκτανύεσθον

(너희 둘은) 뻗혀라

ἐκτανυέσθων

(그 둘은) 뻗혀라

복수 ἐκτανύεσθε

(너희는) 뻗혀라

ἐκτανυέσθων, ἐκτανυέσθωσαν

(그들은) 뻗혀라

부정사 ἐκτανύεσθαι

뻗히는 것

분사 남성여성중성
ἐκτανυομενος

ἐκτανυομενου

ἐκτανυομενη

ἐκτανυομενης

ἐκτανυομενον

ἐκτανυομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐξετάνυον

(나는) 뻗고 있었다

ἐξετάνυες

(너는) 뻗고 있었다

ἐξετάνυεν*

(그는) 뻗고 있었다

쌍수 ἐξετανύετον

(너희 둘은) 뻗고 있었다

ἐξετανυέτην

(그 둘은) 뻗고 있었다

복수 ἐξετανύομεν

(우리는) 뻗고 있었다

ἐξετανύετε

(너희는) 뻗고 있었다

ἐξετάνυον

(그들은) 뻗고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐξετανυόμην

(나는) 뻗히고 있었다

ἐξετανύου

(너는) 뻗히고 있었다

ἐξετανύετο

(그는) 뻗히고 있었다

쌍수 ἐξετανύεσθον

(너희 둘은) 뻗히고 있었다

ἐξετανυέσθην

(그 둘은) 뻗히고 있었다

복수 ἐξετανυόμεθα

(우리는) 뻗히고 있었다

ἐξετανύεσθε

(너희는) 뻗히고 있었다

ἐξετανύοντο

(그들은) 뻗히고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ὅσοισι δ’ ἂν ἐσ τοὔπισθεν ἡ κεφαλὴ τοῦ μηροῦ ἐκπέσῃ, ὀλίγοισι δὲ ἐκπίπτει, οὗτοι ἐκτανύειν οὐ δύνανται τὸ σκέλοσ, οὔτε κατὰ τὸ ἄρθρον τὸ ἐκπεσὸν, οὔτε τι κάρτα κατὰ τὴν ἰγνύην‧ ἀλλ’ ἥκιστα τῶν ἐκπαλέων οὗτοι ἐκτανύουσι καὶ τὸ κατὰ τὸν βουβῶνα, καὶ τὸ κατὰ τὴν ἰγνύην ἄρθρον. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 57.1)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 57.1)

  • Προσξυνιέναι μὲν οὖν καὶ τόδε χρὴ εὑ̓́χρηστον γὰρ καὶ πολλοῦ ἄξιόν ἐστι, καὶ τοὺσ πλείστουσ λήθεἰ, ὅτι οὐδ’ ὑγιαίνοντεσ δύνανται κατὰ τὴν ἰγνύην ἐκτανύειν τὸ ἄρθρον, ἢν μὴ ξυνεκτανύωσι καὶ τὸ κατὰ τὸν βουβῶνα ἄρθρον, πλὴν ἢν μὴ πάνυ ἄνω ἀείρωσι τὸν πόδα, οὕτω δ’ ἂν δύναιντο‧ οὐ τοίνυν οὐδὲ ξυγκάμπτειν δύνανται τὸ κατὰ τὴν ἰγνύην ἄρθρον ὁμοίωσ, ἀλλὰ πολὺ χαλεπώτερον, ἢν μὴ ξυγκάμψωσι καὶ τὸ κατὰ τὸν βουβῶνα ἄρθρον. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 57.2)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 57.2)

  • Περὶ οὗ δὲ ὁ λόγοσ ἐστὶν, οὔτε ἐκτανύειν δύνανται, ὥσπερ ἤδη εἴρηται‧ βραχύτερόν τε τὸ σκέλοσ φαίνεται διὰ δισσὰσ προφάσιασ, ὅτι τε οὐκ ἐκτανύεται, ὅτι τε πρὸσ τὴν σάρκα ὠλίσθηκε τὴν τοῦ πυγαίου‧ ἡ γὰρ φύσισ τοῦ ἰσχίου τοῦ ὀστέου ταύτῃ, ᾗ καὶ ἡ κεφαλὴ καὶ ὁ αὐχὴν τοῦ μηροῦ γίνεται, ὅταν δὲ ἐξαρθρήσῃ, καταφερὴσ πέφυκεν ἐπὶ τοῦ πυγαίου τὸ ἔξω μέροσ. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 57.4)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 57.4)

  • Ὁκόσοισι δ’ ἂν ἐκ γενεῆσ, ἢ καὶ ἄλλωσ πωσ ἐν αὐξήσει ἐοῦσιν, οὕτωσ ὀλίσθῃ τὸ ἄρθρον ὀπίσω, καὶ μὴ ἐμπέσῃ, ἤν τε βίῃ ὀλίσθῃ, ἤν τε καὶ ὑπὸ νούσου ̔πολλὰ γὰρ τοιαῦτα ἐξαρθρήματα γίνετα ἐν νούσοισιν‧ οἱαῖ δέ τινέσ εἰσιν αἱ νοῦσοι, ἐν ᾗσιν ἐξθρέεται τὰ τοιαῦτα, ὕστερον γεγράψεταἰ, ἢν οὖν ἐκστὰν μὴ ἐμπέσῃ, τοῦ μὲν μηροῦ τὸ ὀστέον βραχὺ γίνεται, κακοῦται δὲ καὶ πᾶν τὸ σκέλοσ, καὶ ἀναυξέστερον γίνεται καὶ ἀσαρκότερον πολλῷ διὰ τὸ μηδὲν προσχρέεσθαι αὐτῷ‧ κακοῦται γὰρ τούτοισι καὶ τὸ κατὰ τὴν ἰγνύην ἄρθρον‧ τὰ γὰρ νεῦρα ἐντεταμένα γίνεται διὰ τὰ πρόσθεν εἰρημένα‧ διὸ οὐ δύνανται τὸ κατὰ τὴν ἰγνύην ἄρθρον ἐκτανύειν, οἷσιν ἂν οὕτωσ ἰσχίον ἐκπέσῃ. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 58.11)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 58.11)

  • Οἷσι δ’ ἂν ἐσ τοὔμπροσθεν ἡ κεφαλὴ τοῦ μηροῦ ἐκπέσῃ, ὀλίγοισι δὲ τοῦτο γίνεται, οὗτοι ἐκτανύειν μὲν τὸ σκέλοσ δύνανται τελείωσ, ξυγκάμπτειν δὲ ἥκιστα οὗτοι δύνανται τὰ κατὰ τὸν βουβῶνα‧ πονέουσι δὲ, καὶ ἢν κατὰ τὴν ἰγνύην ἀναγκάζωνται ξυγκάμπτειν. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 59.1)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 59.1)

유의어

  1. 뻗다

  2. to stretch tight

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION