- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δυσείσβολος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: dyseisbolos 고전 발음: [뒤세볼로] 신약 발음: [뒤시볼로]

기본형: δυσείσβολος δυσείσβολον

형태분석: δυσεισβολ (어간) + ος (어미)

  1. hard to enter, least accessible

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 δυσείσβολος

(이)가

δυσείσβολον

(것)가

속격 δυσεισβόλου

(이)의

δυσεισβόλου

(것)의

여격 δυσεισβόλῳ

(이)에게

δυσεισβόλῳ

(것)에게

대격 δυσείσβολον

(이)를

δυσείσβολον

(것)를

호격 δυσείσβολε

(이)야

δυσείσβολον

(것)야

쌍수주/대/호 δυσεισβόλω

(이)들이

δυσεισβόλω

(것)들이

속/여 δυσεισβόλοιν

(이)들의

δυσεισβόλοιν

(것)들의

복수주격 δυσείσβολοι

(이)들이

δυσείσβολα

(것)들이

속격 δυσεισβόλων

(이)들의

δυσεισβόλων

(것)들의

여격 δυσεισβόλοις

(이)들에게

δυσεισβόλοις

(것)들에게

대격 δυσεισβόλους

(이)들을

δυσείσβολα

(것)들을

호격 δυσείσβολοι

(이)들아

δυσείσβολα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μέγιστός τε γάρ ἐστι καὶ πληροῦται πολλάκις ἔκ τε ὄμβρων καὶ χιόνων, διαχεόμενος δ εἰς πολλὰ μέρη κατὰ τὰς ἐκβολὰς τυφλὸν τὸ στόμα ποιεῖ καὶ δυσείσβολός ἐστιν: (Strabo, Geography, book 5, chapter 1 10:6)

    (스트라본, 지리학, book 5, chapter 1 10:6)

  • κοίλη γάρ, ὄρεσι περίδρομος, τραχεῖά τε δυσείσβολός τε πολεμίοις, τὴν δὲ Μεσσηνιακὴν καλλίκαρπον κατάρρυτόν τε μυρίοισι νάμασι, καὶ βουσὶ καὶ ποίμναισιν εὐβοτωτάτην οὔτ ἐν πνοαῖσι χείματος δυσχείμερον, οὔτ αὖ τεθρίπποις ἡλίου θερμὴν ἄγαν. (Strabo, Geography, Book 8, chapter 5 12:3)

    (스트라본, 지리학, Book 8, chapter 5 12:3)

  • ταύτῃ δὲ καὶ δυσείσβολός ἐστιν ἡ Αἴγυπτος ἐκ τῶν ἑωθινῶν τόπων τῶν κατὰ Φοινίκην καὶ τὴν Ιοὐδαίαν: (Strabo, Geography, book 17, chapter 1 41:5)

    (스트라본, 지리학, book 17, chapter 1 41:5)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION