헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαπολεμέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διαπολεμέω διαπολεμήσω

형태분석: δια (접두사) + πολεμέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 끝까지 싸우다, 결판을 내다
  1. to carry the war through, end the war, to fight it out, will be at an end
  2. to carry on the war, continue it
  3. to spend some time at war

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπολεμῶ

(나는) 끝까지 싸운다

διαπολεμεῖς

(너는) 끝까지 싸운다

διαπολεμεῖ

(그는) 끝까지 싸운다

쌍수 διαπολεμεῖτον

(너희 둘은) 끝까지 싸운다

διαπολεμεῖτον

(그 둘은) 끝까지 싸운다

복수 διαπολεμοῦμεν

(우리는) 끝까지 싸운다

διαπολεμεῖτε

(너희는) 끝까지 싸운다

διαπολεμοῦσιν*

(그들은) 끝까지 싸운다

접속법단수 διαπολεμῶ

(나는) 끝까지 싸우자

διαπολεμῇς

(너는) 끝까지 싸우자

διαπολεμῇ

(그는) 끝까지 싸우자

쌍수 διαπολεμῆτον

(너희 둘은) 끝까지 싸우자

διαπολεμῆτον

(그 둘은) 끝까지 싸우자

복수 διαπολεμῶμεν

(우리는) 끝까지 싸우자

διαπολεμῆτε

(너희는) 끝까지 싸우자

διαπολεμῶσιν*

(그들은) 끝까지 싸우자

기원법단수 διαπολεμοῖμι

(나는) 끝까지 싸우기를 (바라다)

διαπολεμοῖς

(너는) 끝까지 싸우기를 (바라다)

διαπολεμοῖ

(그는) 끝까지 싸우기를 (바라다)

쌍수 διαπολεμοῖτον

(너희 둘은) 끝까지 싸우기를 (바라다)

διαπολεμοίτην

(그 둘은) 끝까지 싸우기를 (바라다)

복수 διαπολεμοῖμεν

(우리는) 끝까지 싸우기를 (바라다)

διαπολεμοῖτε

(너희는) 끝까지 싸우기를 (바라다)

διαπολεμοῖεν

(그들은) 끝까지 싸우기를 (바라다)

명령법단수 διαπολέμει

(너는) 끝까지 싸우어라

διαπολεμείτω

(그는) 끝까지 싸우어라

쌍수 διαπολεμεῖτον

(너희 둘은) 끝까지 싸우어라

διαπολεμείτων

(그 둘은) 끝까지 싸우어라

복수 διαπολεμεῖτε

(너희는) 끝까지 싸우어라

διαπολεμούντων, διαπολεμείτωσαν

(그들은) 끝까지 싸우어라

부정사 διαπολεμεῖν

끝까지 싸우는 것

분사 남성여성중성
διαπολεμων

διαπολεμουντος

διαπολεμουσα

διαπολεμουσης

διαπολεμουν

διαπολεμουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπολεμοῦμαι

(나는) 끝까지 싸워진다

διαπολεμεῖ, διαπολεμῇ

(너는) 끝까지 싸워진다

διαπολεμεῖται

(그는) 끝까지 싸워진다

쌍수 διαπολεμεῖσθον

(너희 둘은) 끝까지 싸워진다

διαπολεμεῖσθον

(그 둘은) 끝까지 싸워진다

복수 διαπολεμούμεθα

(우리는) 끝까지 싸워진다

διαπολεμεῖσθε

(너희는) 끝까지 싸워진다

διαπολεμοῦνται

(그들은) 끝까지 싸워진다

접속법단수 διαπολεμῶμαι

(나는) 끝까지 싸워지자

διαπολεμῇ

(너는) 끝까지 싸워지자

διαπολεμῆται

(그는) 끝까지 싸워지자

쌍수 διαπολεμῆσθον

(너희 둘은) 끝까지 싸워지자

διαπολεμῆσθον

(그 둘은) 끝까지 싸워지자

복수 διαπολεμώμεθα

(우리는) 끝까지 싸워지자

διαπολεμῆσθε

(너희는) 끝까지 싸워지자

διαπολεμῶνται

(그들은) 끝까지 싸워지자

기원법단수 διαπολεμοίμην

(나는) 끝까지 싸워지기를 (바라다)

διαπολεμοῖο

(너는) 끝까지 싸워지기를 (바라다)

διαπολεμοῖτο

(그는) 끝까지 싸워지기를 (바라다)

쌍수 διαπολεμοῖσθον

(너희 둘은) 끝까지 싸워지기를 (바라다)

διαπολεμοίσθην

(그 둘은) 끝까지 싸워지기를 (바라다)

복수 διαπολεμοίμεθα

(우리는) 끝까지 싸워지기를 (바라다)

διαπολεμοῖσθε

(너희는) 끝까지 싸워지기를 (바라다)

διαπολεμοῖντο

(그들은) 끝까지 싸워지기를 (바라다)

명령법단수 διαπολεμοῦ

(너는) 끝까지 싸워져라

διαπολεμείσθω

(그는) 끝까지 싸워져라

쌍수 διαπολεμεῖσθον

(너희 둘은) 끝까지 싸워져라

διαπολεμείσθων

(그 둘은) 끝까지 싸워져라

복수 διαπολεμεῖσθε

(너희는) 끝까지 싸워져라

διαπολεμείσθων, διαπολεμείσθωσαν

(그들은) 끝까지 싸워져라

부정사 διαπολεμεῖσθαι

끝까지 싸워지는 것

분사 남성여성중성
διαπολεμουμενος

διαπολεμουμενου

διαπολεμουμενη

διαπολεμουμενης

διαπολεμουμενον

διαπολεμουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπολεμήσω

(나는) 끝까지 싸우겠다

διαπολεμήσεις

(너는) 끝까지 싸우겠다

διαπολεμήσει

(그는) 끝까지 싸우겠다

쌍수 διαπολεμήσετον

(너희 둘은) 끝까지 싸우겠다

διαπολεμήσετον

(그 둘은) 끝까지 싸우겠다

복수 διαπολεμήσομεν

(우리는) 끝까지 싸우겠다

διαπολεμήσετε

(너희는) 끝까지 싸우겠다

διαπολεμήσουσιν*

(그들은) 끝까지 싸우겠다

기원법단수 διαπολεμήσοιμι

(나는) 끝까지 싸우겠기를 (바라다)

διαπολεμήσοις

(너는) 끝까지 싸우겠기를 (바라다)

διαπολεμήσοι

(그는) 끝까지 싸우겠기를 (바라다)

쌍수 διαπολεμήσοιτον

(너희 둘은) 끝까지 싸우겠기를 (바라다)

διαπολεμησοίτην

(그 둘은) 끝까지 싸우겠기를 (바라다)

복수 διαπολεμήσοιμεν

(우리는) 끝까지 싸우겠기를 (바라다)

διαπολεμήσοιτε

(너희는) 끝까지 싸우겠기를 (바라다)

διαπολεμήσοιεν

(그들은) 끝까지 싸우겠기를 (바라다)

부정사 διαπολεμήσειν

끝까지 싸울 것

분사 남성여성중성
διαπολεμησων

διαπολεμησοντος

διαπολεμησουσα

διαπολεμησουσης

διαπολεμησον

διαπολεμησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπολεμήσομαι

(나는) 끝까지 싸워지겠다

διαπολεμήσει, διαπολεμήσῃ

(너는) 끝까지 싸워지겠다

διαπολεμήσεται

(그는) 끝까지 싸워지겠다

쌍수 διαπολεμήσεσθον

(너희 둘은) 끝까지 싸워지겠다

διαπολεμήσεσθον

(그 둘은) 끝까지 싸워지겠다

복수 διαπολεμησόμεθα

(우리는) 끝까지 싸워지겠다

διαπολεμήσεσθε

(너희는) 끝까지 싸워지겠다

διαπολεμήσονται

(그들은) 끝까지 싸워지겠다

기원법단수 διαπολεμησοίμην

(나는) 끝까지 싸워지겠기를 (바라다)

διαπολεμήσοιο

(너는) 끝까지 싸워지겠기를 (바라다)

διαπολεμήσοιτο

(그는) 끝까지 싸워지겠기를 (바라다)

쌍수 διαπολεμήσοισθον

(너희 둘은) 끝까지 싸워지겠기를 (바라다)

διαπολεμησοίσθην

(그 둘은) 끝까지 싸워지겠기를 (바라다)

복수 διαπολεμησοίμεθα

(우리는) 끝까지 싸워지겠기를 (바라다)

διαπολεμήσοισθε

(너희는) 끝까지 싸워지겠기를 (바라다)

διαπολεμήσοιντο

(그들은) 끝까지 싸워지겠기를 (바라다)

부정사 διαπολεμήσεσθαι

끝까지 싸워질 것

분사 남성여성중성
διαπολεμησομενος

διαπολεμησομενου

διαπολεμησομενη

διαπολεμησομενης

διαπολεμησομενον

διαπολεμησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεπολέμουν

(나는) 끝까지 싸우고 있었다

διεπολέμεις

(너는) 끝까지 싸우고 있었다

διεπολέμειν*

(그는) 끝까지 싸우고 있었다

쌍수 διεπολεμεῖτον

(너희 둘은) 끝까지 싸우고 있었다

διεπολεμείτην

(그 둘은) 끝까지 싸우고 있었다

복수 διεπολεμοῦμεν

(우리는) 끝까지 싸우고 있었다

διεπολεμεῖτε

(너희는) 끝까지 싸우고 있었다

διεπολέμουν

(그들은) 끝까지 싸우고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεπολεμούμην

(나는) 끝까지 싸워지고 있었다

διεπολεμοῦ

(너는) 끝까지 싸워지고 있었다

διεπολεμεῖτο

(그는) 끝까지 싸워지고 있었다

쌍수 διεπολεμεῖσθον

(너희 둘은) 끝까지 싸워지고 있었다

διεπολεμείσθην

(그 둘은) 끝까지 싸워지고 있었다

복수 διεπολεμούμεθα

(우리는) 끝까지 싸워지고 있었다

διεπολεμεῖσθε

(너희는) 끝까지 싸워지고 있었다

διεπολεμοῦντο

(그들은) 끝까지 싸워지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἅμα δὲ τούτοισ πραττομένοισ κατὰ μὲν τὴν Ἰταλίαν Ῥωμαίων διαπολεμούντων τὸν πρὸσ Σαμνίτασ πόλεμον συνεχεῖσ ἐγίνοντο προνομαὶ τῆσ χώρασ καὶ πολιορκίαι πόλεων καὶ δυνάμεων ἐν ὑπαίθρῳ στρατοπεδεῖαι· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 101 1:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 101 1:1)

  • καὶ γὰρ οὐ πολλοῖσ ἔτεσι πρότερον τῶν τε Κορινθίων καὶ τῶν Κερκυραίων διαπολεμούντων μὲν πρὸσ ἀλλήλουσ, φιλοτιμηθέντων δ’ ἀμφοτέρων συμμάχουσ λαβεῖν τοὺσ Ἀθηναίουσ, προέκρινεν ὁ δῆμοσ συμμαχεῖν τοῖσ Κερκυραίοισ διὰ τὸ τὴν Κέρκυραν εὐφυῶσ κεῖσθαι πρὸσ τὸν εἰσ Σικελίαν πλοῦν. (Diodorus Siculus, Library, book xii, chapter 53 10:1)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xii, chapter 53 10:1)

  • οὐ μὴν τὰ πράγματά γε τῇ τῶν πολλῶν ὑπολήψει τέλοσ ἔσχεν ἀκόλουθον, ἀλλ’ εἰσ τοὐναντίον πάντα διὰ τὰσ τῶν διαπολεμούντων ὑπεροχὰσ μεταπεσεῖν συνέβη διὰ τοιαύτασ αἰτίασ. (Diodorus Siculus, Library, book xiii, chapter 37 2:3)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xiii, chapter 37 2:3)

  • τῶνδ’ Ὀλυνθίων διαπολεμούντων πρὸσ Ἀμύνταν τὸν τῶν Μακεδόνων βασιλέα, Λακεδαιμόνιοι τὸν μὲν Φοιβίδαν ἀπέστησαν τῆσ ἡγεμονίασ, Εὐδαμίδαν δὲ τὸν ἀδελφὸν τοῦ Φοιβίδα κατέστησαν στρατηγόν. (Diodorus Siculus, Library, book xv, chapter 17 22:2)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xv, chapter 17 22:2)

  • κατὰ δὲ τὴν Ἑλλάδα Χίων καὶ Ῥοδίων καὶ Κῴων, ἔτι δὲ Βυζαντίων διαπολεμούντων πρὸσ Ἀθηναίουσ τὸν συμμαχικὸν πόλεμον ἀμφότεροι μεγάλασ παρασκευὰσ ἐποιοῦντο, βουλόμενοι ναυμαχίᾳ κρῖναι τὸν πόλεμον. (Diodorus Siculus, Library, book xvi, chapter 20 9:1)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xvi, chapter 20 9:1)

유의어

  1. to carry on the war

  2. to spend some time at war

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION