- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ξέω?

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: xeō 고전 발음: [세오:] 신약 발음: [새오]

기본형: ξέω

형태분석: ξέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to smooth or polish by scraping, planing, filing

활용 정보

현재 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἔσται ἀντὶ ὀσμῆς ἡδείας κονιορτός, καὶ ἀντὶ ζώνης σχοινίῳ ζώσῃ καὶ ἀντὶ τοῦ κόσμου τῆς κεφαλῆς τοῦ χρυσίου φαλάκρωμα ἕξεις διὰ τὰ ἔργα σου καὶ ἀντὶ τοῦ χιτῶνος τοῦ μεσοπορφύρου περιζώσῃ σάκκον. (Septuagint, Liber Isaiae 3:24)

    (70인역 성경, 이사야서 3:24)

  • καὶ ὀπίσω τῶν σταθμῶν τῆς θύρας σου ἔθηκας μνημόσυνά σου. ᾤου ὅτι ἐὰν ἀπ᾿ ἐμοῦ ἀποστῇς, πλεῖόν τι ἕξεις. ἠγάπησας τοὺς κοιμωμένους μετὰ σοῦ (Septuagint, Liber Isaiae 57:8)

    (70인역 성경, 이사야서 57:8)

  • πικρὰν δ οὖν τὴν τυραννίδα ἕξεις γευσάμενος τοῦ ξύλου. (Lucian, Cataplus, (no name) 13:15)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 13:15)

  • οὕτω δὴ καὶ σύ, ὃν ἐξῆν μηκέτ ἀναλαμβάνειν εἴ ἀνάξιος ^ ἐδόκει τοῦ γένους, τοῦτον εἰ χρηστὸν ἡγησάμενος εἶναι πάλιν ἀνείληφας, οὐκέτ ἀποκηρύττειν ἕξεις: (Lucian, Abdicatus, (no name) 11:4)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 11:4)

  • ἐπεὶ τίν ἄλλην ἀντὶ τῆσδ ἕξεις στολήν· (Euripides, Rhesus, episode, iambic 1:3)

    (에우리피데스, Rhesus, episode, iambic 1:3)

유의어

  1. to smooth or polish by scraping

    • ξύω (광내다, 싣다, 닦다)

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION