헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀντερωτάω

α 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀντερωτάω

형태분석: ἀντ (접두사) + ἐρωτά (어간) + ω (인칭어미)

  1. to question in turn

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀντερώτω

ἀντερώτᾳς

ἀντερώτᾳ

쌍수 ἀντερώτᾱτον

ἀντερώτᾱτον

복수 ἀντερώτωμεν

ἀντερώτᾱτε

ἀντερώτωσιν*

접속법단수 ἀντερώτω

ἀντερώτῃς

ἀντερώτῃ

쌍수 ἀντερώτητον

ἀντερώτητον

복수 ἀντερώτωμεν

ἀντερώτητε

ἀντερώτωσιν*

기원법단수 ἀντερώτῳμι

ἀντερώτῳς

ἀντερώτῳ

쌍수 ἀντερώτῳτον

ἀντερωτῷτην

복수 ἀντερώτῳμεν

ἀντερώτῳτε

ἀντερώτῳεν

명령법단수 ἀντερῶτᾱ

ἀντερωτᾶτω

쌍수 ἀντερώτᾱτον

ἀντερωτᾶτων

복수 ἀντερώτᾱτε

ἀντερωτῶντων, ἀντερωτᾶτωσαν

부정사 ἀντερώτᾱν

분사 남성여성중성
ἀντερωτων

ἀντερωτωντος

ἀντερωτωσα

ἀντερωτωσης

ἀντερωτων

ἀντερωτωντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀντερώτωμαι

ἀντερώτᾳ

ἀντερώτᾱται

쌍수 ἀντερώτᾱσθον

ἀντερώτᾱσθον

복수 ἀντερωτῶμεθα

ἀντερώτᾱσθε

ἀντερώτωνται

접속법단수 ἀντερώτωμαι

ἀντερώτῃ

ἀντερώτηται

쌍수 ἀντερώτησθον

ἀντερώτησθον

복수 ἀντερωτώμεθα

ἀντερώτησθε

ἀντερώτωνται

기원법단수 ἀντερωτῷμην

ἀντερώτῳο

ἀντερώτῳτο

쌍수 ἀντερώτῳσθον

ἀντερωτῷσθην

복수 ἀντερωτῷμεθα

ἀντερώτῳσθε

ἀντερώτῳντο

명령법단수 ἀντερώτω

ἀντερωτᾶσθω

쌍수 ἀντερώτᾱσθον

ἀντερωτᾶσθων

복수 ἀντερώτᾱσθε

ἀντερωτᾶσθων, ἀντερωτᾶσθωσαν

부정사 ἀντερώτᾱσθαι

분사 남성여성중성
ἀντερωτωμενος

ἀντερωτωμενου

ἀντερωτωμενη

ἀντερωτωμενης

ἀντερωτωμενον

ἀντερωτωμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to question in turn

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION