헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀνοδύρομαι

비축약 동사; 이상동사 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀνοδύρομαι

형태분석: ἀν (접두사) + ὀδύρ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. to set up a wailing

활용 정보

현재 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὅθεν οὐδ’ ἀλούτουσ ποτὲ φευκτέον ἐλθεῖν ἐπὶ τροφὴν οὐδ’ ὕδωρ πιεῖν οἴνου παρόντοσ οὐδὲ θερμὸν ἐν θέρει, χιόνοσ παρακειμένησ, τὰσ μὲν ἐπιδεικτικὰσ καὶ σοφιστικὰσ χαίρειν ἐῶντασ ἀποσχέσεισ τῶν τοιούτων καὶ μεγαλαυχίασ ἐπὶ ταῖσ ἀποσχέσεσιν, αὐτοὺσ δὲ καθ’ ἑαυτοὺσ σιωπῇ τήν τε ὄρεξιν ἅμα τοῦ συμφέροντοσ ὑπήκοον ἐθίζοντασ εἶναι μετ’ εὐκολίασ, καὶ τῆσ ψυχῆσ ἀφαιροῦντασ πόρρωθεν ἔτι τὴν περὶ ταῦτα μικρολογίαν ἐν ταῖσ νόσοισ καὶ τὸ ἐπιθρηνεῖν, ἀνοδυρομένησ ὡσ ἐξ ἡδονῶν μεγάλων καὶ ἀγαπητῶν εἰσ ἀγεννῆ καὶ ταπεινὴν ἀπελήλαται δίαιταν. (Plutarch, De tuenda sanitate praecepta, chapter, section 3 3:1)

    (플루타르코스, De tuenda sanitate praecepta, chapter, section 3 3:1)

유의어

  1. to set up a wailing

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION