Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀναφής

Third declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἀναφής ἀναφές

Structure: ἀναφη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: a(fh/

Sense

  1. not to be touched, impalpable

Examples

  • "κατ’ ἀρχὰσ δ’ ἡ μὲν Ἀστυπάλαια οὐκ εἶχεν λαγώσ, ἀλλὰ πέρδικασ, ἡ δὲ Ἀνάφη οὐ πέρδικασ, ἀλλὰ λαγώσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 635)
  • περὶ δὲ τὴν Κρήτην εἰσὶ νῆσοι, Θήρα μὲν ἡ τῶν Κυρηναίων μητρόπολισ, ἄποικοσ Λακεδαιμονίων, καὶ πλησίον ταύτησ Ἀνάφη, ἐν ᾗ τὸ τοῦ Αἰγλήτου Ἀπόλλωνοσ ἱερόν. (Strabo, Geography, Book 10, chapter 5 2:1)
  • πλησίον δ’ αὐτῆσ ἥ τε Ἀνάφη καὶ Θηρασία. (Strabo, Geography, Book 10, chapter 5 2:4)
  • "Ἀναφαίου τινὸσ ἐμβαλόντοσ δύο λαγωοὺσ εἰσ τὴν νῆσον ὡσ καὶ πρότερον Ἀστυπαλαιέωσ τινὸσ ἀφέντοσ δύο πέρδικασ εἰσ τὴν Ἀνάφην τοσοῦτον πλῆθοσ ἐγένετο περδίκων ἐν τῇ Ἀνάφῃ, ὡσ κινδυνεῦσαι ἀναστάτουσ γενέσθαι τοὺσ κατοικοῦντασ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 634)
  • εἰ δὲ μὴ ἦν ὃ κενὸν καὶ χώραν καὶ ἀναφῆ φύσιν ὀνομάζομεν, οὐκ ἂν εἶχε τὰ σώματα ὅπου ἦν οὐδὲ δι’ οὗ ἐκινεῖτο, καθάπερ φαίνεται κινούμενα. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 40:1)

Synonyms

  1. not to be touched

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION