ἀλαμπής
Third declension Adjective;
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
ἀλαμπής
ἀλαμπές
Structure:
ἀλαμπη
(Stem)
+
ς
(Ending)
Sense
- out of the sun's light
- obscure
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- εἰ γὰρ αἰθέριον ὄγκον ἢ πύρινον ὄντα τὸν τῆσ σελήνησ ἐφώτιζεν ὁ ἥλιοσ, οὐκ ἂν ἀπέλειπεν αὐτῆσ σκιερὸν ἀεὶ καὶ ἀλαμπὲσ ἡμισφαίριον πρὸσ αἴσθησιν, ἀλλ’ εἰ καὶ κατὰ μικρὸν ἔψαυε περιιών, ὅλην ἀναπίμπλασθαι καὶ δι’ ὅλησ τρέπεσθαι τῷ φωτὶ πανταχόσε χωροῦντι δι’ εὐπετείασ ἦν προσῆκον. (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 182)
- ἐκείνουσ δ’ ἂν οἰόμαι πολὺ μᾶλλον ἀποθαυμάσαι τὴν γῆν, ἀφορῶντασ οἱο͂ν ὑποστάθμην καὶ ἰλὺν τοῦ παντὸσ ἐν ὑγροῖσ καὶ ὁμίχλαισ καὶ νέφεσι διαφαινομένην ἀλαμπὲσ καὶ ταπεινὸν καὶ ἀκίνητον χωρίον, εἰ ζῷα φύει καὶ τρέφει μετέχοντα κινήσεωσ ἀναπνοῆσ θερμότητοσ· (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 2543)
- νῦν δ’, ὅτ’ ἦν ἐργαστέον, ἔχρισα μὲν κατ’ οἶκον ἐν δόμοισ κρυφῇ μαλλῷ, σπάσασα κτησίου βοτοῦ λάχνην, κἄθηκα συμπτύξασ’ ἀλαμπὲσ ἡλίου κοίλῳ ζυγάστρῳ δῶρον, ὥσπερ εἴδετε. (Sophocles, Trachiniae, episode 1:8)
- πῦρ μὲν γὰρ ὑποβρύχιον, ἀλαμπὲσ , δριμὺ, σφυγμοὶνωθροὶ, πόνου ἰδέη ποικίλη καὶ παντοίη, ἄλλοτε μὲν ἡ ὀδύνη ἐπὶ τὰ δεξιὰ διεληλαμένη, ὡσ δοκέειν ὀξὺ βέλοσ ἐγκέεσθαι, ἄλλοτε δὲ στρόφῳ ἰκέλη· αὖθισ δέ κοτε πόνοσ βαρὺσ, βαρύτατοσ · μεσηγὺ δὲ τῆσ ὀδύνησ ἀτονίη καὶ ἀφωνίη· διάφραγμα καὶ ὑπεζωκὼσ ἕλκονται· ἀπὸ τῶνδε γὰρ ἄχθοσ τὸ ἧπαρ ἤρτητο· διὰ τόδε ἐσ τὴν κατ’ ἴξιν κληί̈δα ὀδύνη καρτερή · βὴξ δὲ ἀτελήσ· προθυμίη δὲ μοῦνον· κἢν ἐσ τέλοσ κοτὲ ἀφίκηται, ξηρή. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 157)
- "οὐδὲν οὖν τρανὸν οὐδ’ ἔναρθρον οὐδ’ εὔσημον ἐν ταῖσ φαντασίαισ ἀποδίδωσι, μέχρι οὗ παχὺ καὶ ἀλαμπὲσ καὶ συνεσταλμένον ἐστίν. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 8, 16:22)
Synonyms
-
out of the sun's light
-
obscure
- ἄφαντος (obscure)
- σκοταῖος (dark, obscure)
- σκοτεινός (dark, obscure)
- σκότιος (dark, obscure)
- ψεφηνός (dark, obscure)
- μέλας ( dark, obscure)
- ἀϊδνός (unseen, obscure )
- ἀίδηλος (unseen, obscure)
- ἀγνώς ( obscure, unintelligible)
- ψελλός (inarticulate, obscure)
- ἀφανής (unnoticed, obscure)
- ἀγνώς (obscure, ignoble)
- ἀπόκρυφος (obscure, recondite)