Ancient Greek-English Dictionary Language

Γερμανός

Second declension Noun; Masculine Transliteration:

Principal Part: Γερμανός Γερμανοῦ

Structure: Γερμαν (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. A Germanic person

Declension

Second declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • καί τινοσ ὀρνέου καθίσαντοσ ἐπὶ τοῦ δένδρου, ᾧ Ἀγρίππασ προσεκέκλιτο, βουβῶνα δὲ οἱ Ῥωμαῖοι τὸν ὄρνιν τοῦτον καλοῦσιν, τῶν δεσμωτῶν τισ Γερμανὸσ θεασάμενοσ ἤρετο τὸν στρατιώτην, ὅστισ εἰή ὁ ἐν τῇ πορφυρίδι. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 18 234:2)
  • " καὶ ὁ μὲν Γερμανὸσ τοσάδε προειπὼν εἰσ τοσόνδε ὦφλεν τῷ Ἀγρίππᾳ γέλωτα, ἐφ’ ὅσον ἐν τοῖσ ὕστερον κατεφάνη τεθαυμάσθαι ἄξιοσ. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 18 241:1)
  • ξοντρα γερμανοσ, ομνι πραετερεα διλιγεντια παραϝιτ λεγιονεσ αδ γερμανιξυμ ετ μαρξομαννιξυμ βελλυμ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 1, marcus antoninus philosophus, chapter 21 8:1)
  • "ξερτε ξαμπιδοξτορεσ ϝεστρι ηανξ ϝοσ δοξυερυντ ξοντρα σαρματασ ετ γερμανοσ αξ περσασ εμιττερε, νον ξοντρα ευμ, θυι αξξεπταμ α προϝινξιαλιβυσ αννοναμ, θυι ϝεστεμ, θυι στιπενδια ϝοβισ αδτριβυιτ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 2, alexander severus, chapter 53 6:4)
  • ξυμ ποντε ιυνξτο ιν γερμανοσ τρανσιρε μαχιμινυσ ϝελλετ, πλαξυερατ υτ ξοντραριι ξυμ εο τρανσιρεντ, πονσ ποστεα σολϝερετυρ, ιλλε ιν βαρβαριξο ξιρξυμϝεντυσ οξξιδερετυρ, ιμπεριυμ μαγνυσ αρριπερετ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 2, maximini duo, chapter 10 2:1)
  • σεξυμ αλεχανδερ δυξεβατ αδ βελλυμ, ετ οβ ηοξ μαχιμε οριενταλια σεξυμ τραηεβατ αυχιλια, θυοδ νυλλι μαγισ ξοντρα γερμανοσ θυαμ εχπεδιτι σαγιτταριι ϝαλεντ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 2, maximini duo, chapter 11 8:1)

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION