헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συνθραύω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συνθραύω συνθρώσω

형태분석: συν (접두사) + θραύ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 떨다, 조각내다, 부수다
  1. to break in pieces, shiver

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνθραύω

(나는) 떤다

συνθραύεις

(너는) 떤다

συνθραύει

(그는) 떤다

쌍수 συνθραύετον

(너희 둘은) 떤다

συνθραύετον

(그 둘은) 떤다

복수 συνθραύομεν

(우리는) 떤다

συνθραύετε

(너희는) 떤다

συνθραύουσιν*

(그들은) 떤다

접속법단수 συνθραύω

(나는) 떨자

συνθραύῃς

(너는) 떨자

συνθραύῃ

(그는) 떨자

쌍수 συνθραύητον

(너희 둘은) 떨자

συνθραύητον

(그 둘은) 떨자

복수 συνθραύωμεν

(우리는) 떨자

συνθραύητε

(너희는) 떨자

συνθραύωσιν*

(그들은) 떨자

기원법단수 συνθραύοιμι

(나는) 떨기를 (바라다)

συνθραύοις

(너는) 떨기를 (바라다)

συνθραύοι

(그는) 떨기를 (바라다)

쌍수 συνθραύοιτον

(너희 둘은) 떨기를 (바라다)

συνθραυοίτην

(그 둘은) 떨기를 (바라다)

복수 συνθραύοιμεν

(우리는) 떨기를 (바라다)

συνθραύοιτε

(너희는) 떨기를 (바라다)

συνθραύοιεν

(그들은) 떨기를 (바라다)

명령법단수 συνθραύε

(너는) 떨어라

συνθραυέτω

(그는) 떨어라

쌍수 συνθραύετον

(너희 둘은) 떨어라

συνθραυέτων

(그 둘은) 떨어라

복수 συνθραύετε

(너희는) 떨어라

συνθραυόντων, συνθραυέτωσαν

(그들은) 떨어라

부정사 συνθραύειν

떠는 것

분사 남성여성중성
συνθραυων

συνθραυοντος

συνθραυουσα

συνθραυουσης

συνθραυον

συνθραυοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνθραύομαι

(나는) 떨려진다

συνθραύει, συνθραύῃ

(너는) 떨려진다

συνθραύεται

(그는) 떨려진다

쌍수 συνθραύεσθον

(너희 둘은) 떨려진다

συνθραύεσθον

(그 둘은) 떨려진다

복수 συνθραυόμεθα

(우리는) 떨려진다

συνθραύεσθε

(너희는) 떨려진다

συνθραύονται

(그들은) 떨려진다

접속법단수 συνθραύωμαι

(나는) 떨려지자

συνθραύῃ

(너는) 떨려지자

συνθραύηται

(그는) 떨려지자

쌍수 συνθραύησθον

(너희 둘은) 떨려지자

συνθραύησθον

(그 둘은) 떨려지자

복수 συνθραυώμεθα

(우리는) 떨려지자

συνθραύησθε

(너희는) 떨려지자

συνθραύωνται

(그들은) 떨려지자

기원법단수 συνθραυοίμην

(나는) 떨려지기를 (바라다)

συνθραύοιο

(너는) 떨려지기를 (바라다)

συνθραύοιτο

(그는) 떨려지기를 (바라다)

쌍수 συνθραύοισθον

(너희 둘은) 떨려지기를 (바라다)

συνθραυοίσθην

(그 둘은) 떨려지기를 (바라다)

복수 συνθραυοίμεθα

(우리는) 떨려지기를 (바라다)

συνθραύοισθε

(너희는) 떨려지기를 (바라다)

συνθραύοιντο

(그들은) 떨려지기를 (바라다)

명령법단수 συνθραύου

(너는) 떨려져라

συνθραυέσθω

(그는) 떨려져라

쌍수 συνθραύεσθον

(너희 둘은) 떨려져라

συνθραυέσθων

(그 둘은) 떨려져라

복수 συνθραύεσθε

(너희는) 떨려져라

συνθραυέσθων, συνθραυέσθωσαν

(그들은) 떨려져라

부정사 συνθραύεσθαι

떨려지는 것

분사 남성여성중성
συνθραυομενος

συνθραυομενου

συνθραυομενη

συνθραυομενης

συνθραυομενον

συνθραυομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνθρώσω

(나는) 떨겠다

συνθρώσεις

(너는) 떨겠다

συνθρώσει

(그는) 떨겠다

쌍수 συνθρώσετον

(너희 둘은) 떨겠다

συνθρώσετον

(그 둘은) 떨겠다

복수 συνθρώσομεν

(우리는) 떨겠다

συνθρώσετε

(너희는) 떨겠다

συνθρώσουσιν*

(그들은) 떨겠다

기원법단수 συνθρώσοιμι

(나는) 떨겠기를 (바라다)

συνθρώσοις

(너는) 떨겠기를 (바라다)

συνθρώσοι

(그는) 떨겠기를 (바라다)

쌍수 συνθρώσοιτον

(너희 둘은) 떨겠기를 (바라다)

συνθρωσοίτην

(그 둘은) 떨겠기를 (바라다)

복수 συνθρώσοιμεν

(우리는) 떨겠기를 (바라다)

συνθρώσοιτε

(너희는) 떨겠기를 (바라다)

συνθρώσοιεν

(그들은) 떨겠기를 (바라다)

부정사 συνθρώσειν

떨 것

분사 남성여성중성
συνθρωσων

συνθρωσοντος

συνθρωσουσα

συνθρωσουσης

συνθρωσον

συνθρωσοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνθρώσομαι

(나는) 떨려지겠다

συνθρώσει, συνθρώσῃ

(너는) 떨려지겠다

συνθρώσεται

(그는) 떨려지겠다

쌍수 συνθρώσεσθον

(너희 둘은) 떨려지겠다

συνθρώσεσθον

(그 둘은) 떨려지겠다

복수 συνθρωσόμεθα

(우리는) 떨려지겠다

συνθρώσεσθε

(너희는) 떨려지겠다

συνθρώσονται

(그들은) 떨려지겠다

기원법단수 συνθρωσοίμην

(나는) 떨려지겠기를 (바라다)

συνθρώσοιο

(너는) 떨려지겠기를 (바라다)

συνθρώσοιτο

(그는) 떨려지겠기를 (바라다)

쌍수 συνθρώσοισθον

(너희 둘은) 떨려지겠기를 (바라다)

συνθρωσοίσθην

(그 둘은) 떨려지겠기를 (바라다)

복수 συνθρωσοίμεθα

(우리는) 떨려지겠기를 (바라다)

συνθρώσοισθε

(너희는) 떨려지겠기를 (바라다)

συνθρώσοιντο

(그들은) 떨려지겠기를 (바라다)

부정사 συνθρώσεσθαι

떨려질 것

분사 남성여성중성
συνθρωσομενος

συνθρωσομενου

συνθρωσομενη

συνθρωσομενης

συνθρωσομενον

συνθρωσομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνέθραυον

(나는) 떨고 있었다

συνέθραυες

(너는) 떨고 있었다

συνέθραυεν*

(그는) 떨고 있었다

쌍수 συνεθραύετον

(너희 둘은) 떨고 있었다

συνεθραυέτην

(그 둘은) 떨고 있었다

복수 συνεθραύομεν

(우리는) 떨고 있었다

συνεθραύετε

(너희는) 떨고 있었다

συνέθραυον

(그들은) 떨고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεθραυόμην

(나는) 떨려지고 있었다

συνεθραύου

(너는) 떨려지고 있었다

συνεθραύετο

(그는) 떨려지고 있었다

쌍수 συνεθραύεσθον

(너희 둘은) 떨려지고 있었다

συνεθραυέσθην

(그 둘은) 떨려지고 있었다

복수 συνεθραυόμεθα

(우리는) 떨려지고 있었다

συνεθραύεσθε

(너희는) 떨려지고 있었다

συνεθραύοντο

(그들은) 떨려지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰσ σταφίδα εἴ με νέην ἔλαβεσ, τάχα μου πίεσ ἐκχυθὲν αἷμα νῦν δ’ ὅτε γηραλέην μ’ ἐξετέλεσσε χρόνοσ, ἔσθιε τὴν ῥυσαινομένην, ὑγρὸν οὐδὲν ἔχουσαν, ὀστέα συνθραύων σαρκὶ σὺν ἡμετέρῃ. (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 14, chapter 1031)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume V, book 14, chapter 1031)

유의어

  1. 떨다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION