헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συνθεωρέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συνθεωρέω συνθεωρήσω

형태분석: συν (접두사) + θεωρέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. ~와 비교하다, 관계되어 있다, ~에 속하다, 눕다
  1. to act as, go to a festival together, with

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνθεώρω

(나는) ~와 비교한다

συνθεώρεις

(너는) ~와 비교한다

συνθεώρει

(그는) ~와 비교한다

쌍수 συνθεώρειτον

(너희 둘은) ~와 비교한다

συνθεώρειτον

(그 둘은) ~와 비교한다

복수 συνθεώρουμεν

(우리는) ~와 비교한다

συνθεώρειτε

(너희는) ~와 비교한다

συνθεώρουσιν*

(그들은) ~와 비교한다

접속법단수 συνθεώρω

(나는) ~와 비교하자

συνθεώρῃς

(너는) ~와 비교하자

συνθεώρῃ

(그는) ~와 비교하자

쌍수 συνθεώρητον

(너희 둘은) ~와 비교하자

συνθεώρητον

(그 둘은) ~와 비교하자

복수 συνθεώρωμεν

(우리는) ~와 비교하자

συνθεώρητε

(너희는) ~와 비교하자

συνθεώρωσιν*

(그들은) ~와 비교하자

기원법단수 συνθεώροιμι

(나는) ~와 비교하기를 (바라다)

συνθεώροις

(너는) ~와 비교하기를 (바라다)

συνθεώροι

(그는) ~와 비교하기를 (바라다)

쌍수 συνθεώροιτον

(너희 둘은) ~와 비교하기를 (바라다)

συνθεωροίτην

(그 둘은) ~와 비교하기를 (바라다)

복수 συνθεώροιμεν

(우리는) ~와 비교하기를 (바라다)

συνθεώροιτε

(너희는) ~와 비교하기를 (바라다)

συνθεώροιεν

(그들은) ~와 비교하기를 (바라다)

명령법단수 συνθεῶρει

(너는) ~와 비교해라

συνθεωρεῖτω

(그는) ~와 비교해라

쌍수 συνθεώρειτον

(너희 둘은) ~와 비교해라

συνθεωρεῖτων

(그 둘은) ~와 비교해라

복수 συνθεώρειτε

(너희는) ~와 비교해라

συνθεωροῦντων, συνθεωρεῖτωσαν

(그들은) ~와 비교해라

부정사 συνθεώρειν

~와 비교하는 것

분사 남성여성중성
συνθεωρων

συνθεωρουντος

συνθεωρουσα

συνθεωρουσης

συνθεωρουν

συνθεωρουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνθεώρουμαι

(나는) ~와 비교된다

συνθεώρει, συνθεώρῃ

(너는) ~와 비교된다

συνθεώρειται

(그는) ~와 비교된다

쌍수 συνθεώρεισθον

(너희 둘은) ~와 비교된다

συνθεώρεισθον

(그 둘은) ~와 비교된다

복수 συνθεωροῦμεθα

(우리는) ~와 비교된다

συνθεώρεισθε

(너희는) ~와 비교된다

συνθεώρουνται

(그들은) ~와 비교된다

접속법단수 συνθεώρωμαι

(나는) ~와 비교되자

συνθεώρῃ

(너는) ~와 비교되자

συνθεώρηται

(그는) ~와 비교되자

쌍수 συνθεώρησθον

(너희 둘은) ~와 비교되자

συνθεώρησθον

(그 둘은) ~와 비교되자

복수 συνθεωρώμεθα

(우리는) ~와 비교되자

συνθεώρησθε

(너희는) ~와 비교되자

συνθεώρωνται

(그들은) ~와 비교되자

기원법단수 συνθεωροίμην

(나는) ~와 비교되기를 (바라다)

συνθεώροιο

(너는) ~와 비교되기를 (바라다)

συνθεώροιτο

(그는) ~와 비교되기를 (바라다)

쌍수 συνθεώροισθον

(너희 둘은) ~와 비교되기를 (바라다)

συνθεωροίσθην

(그 둘은) ~와 비교되기를 (바라다)

복수 συνθεωροίμεθα

(우리는) ~와 비교되기를 (바라다)

συνθεώροισθε

(너희는) ~와 비교되기를 (바라다)

συνθεώροιντο

(그들은) ~와 비교되기를 (바라다)

명령법단수 συνθεώρου

(너는) ~와 비교되어라

συνθεωρεῖσθω

(그는) ~와 비교되어라

쌍수 συνθεώρεισθον

(너희 둘은) ~와 비교되어라

συνθεωρεῖσθων

(그 둘은) ~와 비교되어라

복수 συνθεώρεισθε

(너희는) ~와 비교되어라

συνθεωρεῖσθων, συνθεωρεῖσθωσαν

(그들은) ~와 비교되어라

부정사 συνθεώρεισθαι

~와 비교되는 것

분사 남성여성중성
συνθεωρουμενος

συνθεωρουμενου

συνθεωρουμενη

συνθεωρουμενης

συνθεωρουμενον

συνθεωρουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνθεωρήσω

(나는) ~와 비교하겠다

συνθεωρήσεις

(너는) ~와 비교하겠다

συνθεωρήσει

(그는) ~와 비교하겠다

쌍수 συνθεωρήσετον

(너희 둘은) ~와 비교하겠다

συνθεωρήσετον

(그 둘은) ~와 비교하겠다

복수 συνθεωρήσομεν

(우리는) ~와 비교하겠다

συνθεωρήσετε

(너희는) ~와 비교하겠다

συνθεωρήσουσιν*

(그들은) ~와 비교하겠다

기원법단수 συνθεωρήσοιμι

(나는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συνθεωρήσοις

(너는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συνθεωρήσοι

(그는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

쌍수 συνθεωρήσοιτον

(너희 둘은) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συνθεωρησοίτην

(그 둘은) ~와 비교하겠기를 (바라다)

복수 συνθεωρήσοιμεν

(우리는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συνθεωρήσοιτε

(너희는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συνθεωρήσοιεν

(그들은) ~와 비교하겠기를 (바라다)

부정사 συνθεωρήσειν

~와 비교할 것

분사 남성여성중성
συνθεωρησων

συνθεωρησοντος

συνθεωρησουσα

συνθεωρησουσης

συνθεωρησον

συνθεωρησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνθεωρήσομαι

(나는) ~와 비교되겠다

συνθεωρήσει, συνθεωρήσῃ

(너는) ~와 비교되겠다

συνθεωρήσεται

(그는) ~와 비교되겠다

쌍수 συνθεωρήσεσθον

(너희 둘은) ~와 비교되겠다

συνθεωρήσεσθον

(그 둘은) ~와 비교되겠다

복수 συνθεωρησόμεθα

(우리는) ~와 비교되겠다

συνθεωρήσεσθε

(너희는) ~와 비교되겠다

συνθεωρήσονται

(그들은) ~와 비교되겠다

기원법단수 συνθεωρησοίμην

(나는) ~와 비교되겠기를 (바라다)

συνθεωρήσοιο

(너는) ~와 비교되겠기를 (바라다)

συνθεωρήσοιτο

(그는) ~와 비교되겠기를 (바라다)

쌍수 συνθεωρήσοισθον

(너희 둘은) ~와 비교되겠기를 (바라다)

συνθεωρησοίσθην

(그 둘은) ~와 비교되겠기를 (바라다)

복수 συνθεωρησοίμεθα

(우리는) ~와 비교되겠기를 (바라다)

συνθεωρήσοισθε

(너희는) ~와 비교되겠기를 (바라다)

συνθεωρήσοιντο

(그들은) ~와 비교되겠기를 (바라다)

부정사 συνθεωρήσεσθαι

~와 비교될 것

분사 남성여성중성
συνθεωρησομενος

συνθεωρησομενου

συνθεωρησομενη

συνθεωρησομενης

συνθεωρησομενον

συνθεωρησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεθεῶρουν

(나는) ~와 비교하고 있었다

συνεθεῶρεις

(너는) ~와 비교하고 있었다

συνεθεῶρειν*

(그는) ~와 비교하고 있었다

쌍수 συνεθεώρειτον

(너희 둘은) ~와 비교하고 있었다

συνεθεωρεῖτην

(그 둘은) ~와 비교하고 있었다

복수 συνεθεώρουμεν

(우리는) ~와 비교하고 있었다

συνεθεώρειτε

(너희는) ~와 비교하고 있었다

συνεθεῶρουν

(그들은) ~와 비교하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεθεωροῦμην

(나는) ~와 비교되고 있었다

συνεθεώρου

(너는) ~와 비교되고 있었다

συνεθεώρειτο

(그는) ~와 비교되고 있었다

쌍수 συνεθεώρεισθον

(너희 둘은) ~와 비교되고 있었다

συνεθεωρεῖσθην

(그 둘은) ~와 비교되고 있었다

복수 συνεθεωροῦμεθα

(우리는) ~와 비교되고 있었다

συνεθεώρεισθε

(너희는) ~와 비교되고 있었다

συνεθεώρουντο

(그들은) ~와 비교되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διὸ <δεῖ> συνθεωρεῖν καὶ συνευωχεῖσθαι, οὐ τὰ διὰ τροφὴν καὶ τὰ ἀναγκαῖα· (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 246:3)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 246:3)

  • ὡσ εἰ τοῦτο μὴ πραχθήσεται, ἅπασα ἡ περὶ τῶν μετεώρων αἰτιολογία ματαία ἔσται, καθάπερ τισὶν ἤδη ἐγένετο οὐ δυνατοῦ τρόπου ἐφαψαμένοισ, εἰσ δὲ τὸ μάταιον ἐκπεσοῦσι τῷ καθ’ ἕνα τρόπον μόνον οἰέσθαι γίνεσθαι τοὺσ δ’ ἄλλουσ ἅπαντασ τοὺσ κατὰ τὸ ἐνδεχόμενον ἐκβάλλειν εἴσ τε τὸ ἀδιανόητον φερομένουσ καὶ τὰ φαινόμενα, ἃ δεῖ σημεῖα ἀποδέχεσθαι, μὴ δυναμένουσ συνθεωρεῖν. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 97:4)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 97:4)

  • καὶ κατ’ ἄλλουσ δὲ πλείουσ τρόπουσ ῥᾳδίωσ ἔσται καθορᾶν ἐχόμενον ἀεὶ τῶν φαινομένων καὶ τὸ τούτοισ ὅμοιον δυνάμενον συνθεωρεῖν. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 102:2)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 102:2)

  • οἱ γὰρ μὴ δυνάμενοι τοὺσ καιροὺσ μηδὲ τὰσ αἰτίασ καὶ διαθέσεισ ἑκάστων ἀκριβῶσ συνθεωρεῖν, ἢ διὰ φαυλότητα φύσεωσ ἢ δι’ ἀπειρίαν καὶ ῥᾳθυμίαν, εἰσ θεοὺσ καὶ τύχασ ἀναφέρουσι τὰσ αἰτίασ τῶν δι’ ἀγχίνοιαν ἐκ λογισμοῦ καὶ προνοίασ ἐπιτελουμένων. (Polybius, Histories, book 10, chapter 5 8:1)

    (폴리비오스, Histories, book 10, chapter 5 8:1)

유의어

  1. ~와 비교하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION