헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συνδιαιτάομαι

α 축약 동사; 이상동사 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συνδιαιτάομαι

형태분석: συνδιαιτά (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. to dwell with or together

활용 정보

현재 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ταῖσ δὲ καθ’ ἡμέραν ἐν τῷ συσχολάζειν καὶ συνδιαιτᾶσθαι χάρισιν οὐδὲν ἦν ἄτεγκτον ἦθοσ οὐδὲ φύσισ ἀνάλωτοσ, ἀλλὰ καὶ δεδιόσι καὶ φθονοῦσιν ὅμωσ τὸ συγγενέσθαι καὶ προσιδεῖν ἐκεῖνον ἡδονήν τινα καὶ φιλοφροσύνην παρεῖχε. (Plutarch, , chapter 24 4:2)

    (플루타르코스, , chapter 24 4:2)

  • ἐνετέλλετο δὲ τοῖσ πεμπομένοισ λέγειν πρὸσ τὸν Ἡσαῦν, ὅτι νομίσασ Ιἄκωβοσ ἄδικον συνδιαιτᾶσθαι αὐτοῦ τῇ ὀργῇ τῆσ χώρασ ἑκὼν ὑπεξέλθοι, καὶ νῦν τὸν χρόνον ἱκανὸν ἡγούμενοσ εἶναι διαλλάκτην ἐπανήκοι γυναῖκάσ τε καὶ παῖδασ ἐπαγόμενοσ μετὰ τοῦ πορισθέντοσ βίου, μετὰ τῶν τιμιωτάτων ἑαυτὸν ἐκείνῳ παραδιδούσ, ὅτι κρίνοι μέγιστον ἀγαθὸν τὸ τῷ ἀδελφῷ συμμεταλαμβάνειν τῶν ὑπὸ τοῦ θεοῦ δεδομένων. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 1 425:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 1 425:1)

유의어

  1. to dwell with or together

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION