Ancient Greek-English Dictionary Language

προσεχής

Third declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: προσεχής προσεχές

Structure: προσεχη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: prose/xw

Sense

  1. next to, bordering upon, marching with, adjoining, next neighbours
  2. exposed to the wind

Examples

  • κακὸσ ὑπακούει γλώσσησ παρανόμων, δίκαιοσ δὲ οὐ προσέχει χείλεσι ψευδέσιν. (Septuagint, Liber Proverbiorum 17:4)
  • ὁ πιστεύων νόμῳ προσέχει ἐντολαῖσ, καὶ ὁ πεποιθὼσ Κυρίῳ οὐκ ἐλαττωθήσεται. (Septuagint, Liber Sirach 32:24)
  • ὅστισ οὖν οἶδεν ἀνταγωνιστὴν βίου καὶ δόξησ τὸν ἐχθρὸν ὄντα, προσέχει μᾶλλον αὑτῷ, καὶ τὰ πράγματα περισκοπεῖ καὶ διαρμόζεται τὸν βίον. (Plutarch, De capienda ex inimicis utilitate, chapter, section 3 13:1)
  • ὁ γοῦν Ὀδυσσεὺσ προσέχει τοῖσ τῶν Φαιάκων ᾀσματοποιοῖσ· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 11 1:1)
  • ’ ὅταν δὲ θήλεια ᾖ ἡ θηρεύουσα, ᾄδει ἑώσ ἂν ἀπαντήσῃ ὁ ἡγεμὼν αὐτῇ, καὶ οἱ ἄλλοι ἀθροισθέντεσ ἀποδιώκουσιν ἀπὸ τῆσ θηλείασ, ὅτι ἐκείνῃ, ἀλλ’ οὐχ ἑαυτοῖσ προσέχει. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 41 5:2)

Synonyms

  1. next to

  2. exposed to the wind

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION