헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσεξευρίσκω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσεξευρίσκω

형태분석: προς (접두사) + ἐξ (접두사) + εὑρίσκ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to find out or devise besides

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεξευρίσκω

προσεξευρίσκεις

προσεξευρίσκει

쌍수 προσεξευρίσκετον

προσεξευρίσκετον

복수 προσεξευρίσκομεν

προσεξευρίσκετε

προσεξευρίσκουσιν*

접속법단수 προσεξευρίσκω

προσεξευρίσκῃς

προσεξευρίσκῃ

쌍수 προσεξευρίσκητον

προσεξευρίσκητον

복수 προσεξευρίσκωμεν

προσεξευρίσκητε

προσεξευρίσκωσιν*

기원법단수 προσεξευρίσκοιμι

προσεξευρίσκοις

προσεξευρίσκοι

쌍수 προσεξευρίσκοιτον

προσεξευρισκοίτην

복수 προσεξευρίσκοιμεν

προσεξευρίσκοιτε

προσεξευρίσκοιεν

명령법단수 προσεξεύρισκε

προσεξευρισκέτω

쌍수 προσεξευρίσκετον

προσεξευρισκέτων

복수 προσεξευρίσκετε

προσεξευρισκόντων, προσεξευρισκέτωσαν

부정사 προσεξευρίσκειν

분사 남성여성중성
προσεξευρισκων

προσεξευρισκοντος

προσεξευρισκουσα

προσεξευρισκουσης

προσεξευρισκον

προσεξευρισκοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεξευρίσκομαι

προσεξευρίσκει, προσεξευρίσκῃ

προσεξευρίσκεται

쌍수 προσεξευρίσκεσθον

προσεξευρίσκεσθον

복수 προσεξευρισκόμεθα

προσεξευρίσκεσθε

προσεξευρίσκονται

접속법단수 προσεξευρίσκωμαι

προσεξευρίσκῃ

προσεξευρίσκηται

쌍수 προσεξευρίσκησθον

προσεξευρίσκησθον

복수 προσεξευρισκώμεθα

προσεξευρίσκησθε

προσεξευρίσκωνται

기원법단수 προσεξευρισκοίμην

προσεξευρίσκοιο

προσεξευρίσκοιτο

쌍수 προσεξευρίσκοισθον

προσεξευρισκοίσθην

복수 προσεξευρισκοίμεθα

προσεξευρίσκοισθε

προσεξευρίσκοιντο

명령법단수 προσεξευρίσκου

προσεξευρισκέσθω

쌍수 προσεξευρίσκεσθον

προσεξευρισκέσθων

복수 προσεξευρίσκεσθε

προσεξευρισκέσθων, προσεξευρισκέσθωσαν

부정사 προσεξευρίσκεσθαι

분사 남성여성중성
προσεξευρισκομενος

προσεξευρισκομενου

προσεξευρισκομενη

προσεξευρισκομενης

προσεξευρισκομενον

προσεξευρισκομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καθόλου δ’ ἀεί τι νέον καὶ καινὸν προσεξεύρισκον, εἰσ ἀδύνατον ἐκβάλλοντεσ τὴν διάλυσιν διὰ τὸ πολλοὺσ καχέκτασ καὶ στασιώδεισ ἐν αὐτοῖσ ὑπάρχειν. (Polybius, Histories, book 1, chapter 68 10:1)

    (폴리비오스, Histories, book 1, chapter 68 10:1)

유의어

  1. to find out or devise besides

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION