헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσαποτίνω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσαποτίνω προσαποτίσω

형태분석: προς (접두사) + ἀπο (접두사) + τίν (어간) + ω (인칭어미)

  1. to pay besides

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσαποτίνω

προσαποτίνεις

προσαποτίνει

쌍수 προσαποτίνετον

προσαποτίνετον

복수 προσαποτίνομεν

προσαποτίνετε

προσαποτίνουσιν*

접속법단수 προσαποτίνω

προσαποτίνῃς

προσαποτίνῃ

쌍수 προσαποτίνητον

προσαποτίνητον

복수 προσαποτίνωμεν

προσαποτίνητε

προσαποτίνωσιν*

기원법단수 προσαποτίνοιμι

προσαποτίνοις

προσαποτίνοι

쌍수 προσαποτίνοιτον

προσαποτινοίτην

복수 προσαποτίνοιμεν

προσαποτίνοιτε

προσαποτίνοιεν

명령법단수 προσαποτίνε

προσαποτινέτω

쌍수 προσαποτίνετον

προσαποτινέτων

복수 προσαποτίνετε

προσαποτινόντων, προσαποτινέτωσαν

부정사 προσαποτίνειν

분사 남성여성중성
προσαποτινων

προσαποτινοντος

προσαποτινουσα

προσαποτινουσης

προσαποτινον

προσαποτινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσαποτίνομαι

προσαποτίνει, προσαποτίνῃ

προσαποτίνεται

쌍수 προσαποτίνεσθον

προσαποτίνεσθον

복수 προσαποτινόμεθα

προσαποτίνεσθε

προσαποτίνονται

접속법단수 προσαποτίνωμαι

προσαποτίνῃ

προσαποτίνηται

쌍수 προσαποτίνησθον

προσαποτίνησθον

복수 προσαποτινώμεθα

προσαποτίνησθε

προσαποτίνωνται

기원법단수 προσαποτινοίμην

προσαποτίνοιο

προσαποτίνοιτο

쌍수 προσαποτίνοισθον

προσαποτινοίσθην

복수 προσαποτινοίμεθα

προσαποτίνοισθε

προσαποτίνοιντο

명령법단수 προσαποτίνου

προσαποτινέσθω

쌍수 προσαποτίνεσθον

προσαποτινέσθων

복수 προσαποτίνεσθε

προσαποτινέσθων, προσαποτινέσθωσαν

부정사 προσαποτίνεσθαι

분사 남성여성중성
προσαποτινομενος

προσαποτινομενου

προσαποτινομενη

προσαποτινομενης

προσαποτινομενον

προσαποτινομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσαποτίσω

προσαποτίσεις

προσαποτίσει

쌍수 προσαποτίσετον

προσαποτίσετον

복수 προσαποτίσομεν

προσαποτίσετε

προσαποτίσουσιν*

기원법단수 προσαποτίσοιμι

προσαποτίσοις

προσαποτίσοι

쌍수 προσαποτίσοιτον

προσαποτισοίτην

복수 προσαποτίσοιμεν

προσαποτίσοιτε

προσαποτίσοιεν

부정사 προσαποτίσειν

분사 남성여성중성
προσαποτισων

προσαποτισοντος

προσαποτισουσα

προσαποτισουσης

προσαποτισον

προσαποτισοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσαποτίσομαι

προσαποτίσει, προσαποτίσῃ

προσαποτίσεται

쌍수 προσαποτίσεσθον

προσαποτίσεσθον

복수 προσαποτισόμεθα

προσαποτίσεσθε

προσαποτίσονται

기원법단수 προσαποτισοίμην

προσαποτίσοιο

προσαποτίσοιτο

쌍수 προσαποτίσοισθον

προσαποτισοίσθην

복수 προσαποτισοίμεθα

προσαποτίσοισθε

προσαποτίσοιντο

부정사 προσαποτίσεσθαι

분사 남성여성중성
προσαποτισομενος

προσαποτισομενου

προσαποτισομενη

προσαποτισομενης

προσαποτισομενον

προσαποτισομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to pay besides

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION