헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προεντυγχάνω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προεντυγχάνω προεντεύξομαι

형태분석: προ (접두사) + ἐν (접두사) + τυγχάν (어간) + ω (인칭어미)

  1. to converse with before, begins to converse

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προεντυγχάνω

προεντυγχάνεις

προεντυγχάνει

쌍수 προεντυγχάνετον

προεντυγχάνετον

복수 προεντυγχάνομεν

προεντυγχάνετε

προεντυγχάνουσιν*

접속법단수 προεντυγχάνω

προεντυγχάνῃς

προεντυγχάνῃ

쌍수 προεντυγχάνητον

προεντυγχάνητον

복수 προεντυγχάνωμεν

προεντυγχάνητε

προεντυγχάνωσιν*

기원법단수 προεντυγχάνοιμι

προεντυγχάνοις

προεντυγχάνοι

쌍수 προεντυγχάνοιτον

προεντυγχανοίτην

복수 προεντυγχάνοιμεν

προεντυγχάνοιτε

προεντυγχάνοιεν

명령법단수 προεντύγχανε

προεντυγχανέτω

쌍수 προεντυγχάνετον

προεντυγχανέτων

복수 προεντυγχάνετε

προεντυγχανόντων, προεντυγχανέτωσαν

부정사 προεντυγχάνειν

분사 남성여성중성
προεντυγχανων

προεντυγχανοντος

προεντυγχανουσα

προεντυγχανουσης

προεντυγχανον

προεντυγχανοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προεντυγχάνομαι

προεντυγχάνει, προεντυγχάνῃ

προεντυγχάνεται

쌍수 προεντυγχάνεσθον

προεντυγχάνεσθον

복수 προεντυγχανόμεθα

προεντυγχάνεσθε

προεντυγχάνονται

접속법단수 προεντυγχάνωμαι

προεντυγχάνῃ

προεντυγχάνηται

쌍수 προεντυγχάνησθον

προεντυγχάνησθον

복수 προεντυγχανώμεθα

προεντυγχάνησθε

προεντυγχάνωνται

기원법단수 προεντυγχανοίμην

προεντυγχάνοιο

προεντυγχάνοιτο

쌍수 προεντυγχάνοισθον

προεντυγχανοίσθην

복수 προεντυγχανοίμεθα

προεντυγχάνοισθε

προεντυγχάνοιντο

명령법단수 προεντυγχάνου

προεντυγχανέσθω

쌍수 προεντυγχάνεσθον

προεντυγχανέσθων

복수 προεντυγχάνεσθε

προεντυγχανέσθων, προεντυγχανέσθωσαν

부정사 προεντυγχάνεσθαι

분사 남성여성중성
προεντυγχανομενος

προεντυγχανομενου

προεντυγχανομενη

προεντυγχανομενης

προεντυγχανομενον

προεντυγχανομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • νῦν δ’ ὑπὸ πλήθουσ τῶν ἀφικνουμένων πρέσβεων ἐκλέλειπται τὸ τῆσ δαπάνησ, μένει δ’ ἔτι τὸ τοῖσ ἐπάρχοισ τοῦ ταμιείου προεντυγχάνειν διὰ τῆσ ἀπογραφῆσ. (Plutarch, Quaestiones Romanae, section 43 1:3)

    (플루타르코스, Quaestiones Romanae, section 43 1:3)

  • καὶ νοσούντων ἐπεμέλοντο καὶ τελευτήσαντασ ἔθαπτον ἐκ δημοσίου νῦν δ’ ὑπὸ πλήθουσ τῶν ἀφικνουμένων πρέσβεων ἐκλέλειπται τὸ τῆσ δαπάνησ, μένει δ’ ἔτι τὸ τοῖσ ἐπάρχοισ τοῦ ταμείου προεντυγχάνειν διὰ τῆσ ἀπογραφῆσ "διὰ τί τῷ ἱερεῖ τοῦ Διὸσ οὐκ ἔξεστιν ὀμόσαι; (Plutarch, Quaestiones Romanae, section 43 2:1)

    (플루타르코스, Quaestiones Romanae, section 43 2:1)

유의어

  1. to converse with before

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION